Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016



Fr John has clearly established the universality of meditation in the Christian tradition. You still occasionally get an article written against meditation. I don’t know why that should be, but there is some resistance to the idea that this is universal. There is some attachment to the idea that you ought to be allowed to meditate by your spiritual director who is going to know more about you than God does and give you permission to go on to this contemplative path.
X.Georges Papathanasiou

Saturday of Lent - Week 2


John the Solitary (the same one) said the next level of silence is that of the whole body. This kind of silence is experienced firstly through physical stillness. The initial instruction about meditation tells us to sit down, back upright, comfortable and alert - and to sit still.

In some traditions the initial stages of meditation can be excruciatingly painful as you are required to endure a physically demanding cross-legged posture. Maybe, in some cultures, that helps but most find it unnecessarily distracting. Better to combine comfort and alertness from the beginning. That will allow you to come to a physical stillness more easily and with less distraction. The self-posturing ego likes to play games. At first you may have a rush of self-consciousness, either feeling rather smart about looking like a meditator or feeling embarrassed and silly. They are just more thoughts to let go of.

Before many microseconds have passed, however, you will feel like scratching or start twitching, or - a favourite escape from stillness - clear your throat. This announces to yourself and others that you are still on earth and still the same old you. Mental distraction manifests in physical twitching or sound-making. But physical stillness shows the mind that it too can and should become still. Stillness makes us more bodily aware and more at home in our bodies. Whether you are a fanatical gym-person or a couch-potato your meditation will have a beneficial incarnational effect. The relationship between body and mind will become more friendly.

John Main said that the self-restraint involved in physical stillness might be our first step in transcending desire. Want to scratch your left ear? Nice relief. But in a few seconds it’s your right ear demanding attention. Feel like clearing your throat? Do you really need to? Working up to a lovely big sneeze? Encourage it or let it go? In such small decisions the path of enlightenment and the cosmic mystery itself may stand revealed.

Stillness (silence of the whole body) is as important when you meditate alone or with others. Communal meditation brings the useful dimension of altruism into play. With others round you, the more physically silent you are the more you help others in their work of silence and the more the silence itself becomes communal. It is shared and therefore becomes a powerful energy in developing community. Making noise during meditation is individualistic, suggesting a lower level of awareness. The experience of silence in the group meditating will in turn strengthen you and your discipline when you meditate on your own.

I once spoke about this physical silence to a large group and during the meditation a poor woman almost exploded after struggling to suppress a cough shocking me and everyone else. Fortunately she survived and subsequently I have linked this important element of meditation to the universal virtue of discretion.

With love

X.Georges Papathanasiou OSB

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

p
Mgr Claude Dagens, membre de l'Académie française, et évêque d'Angoulême, le 30 mai 2013 à Paris
Mgr Claude Dagens, membre de l'Académie française, et évêque d'Angoulême, le 30 mai 2013 à Paris
afp.com/Jacques Demarthon

Paris - Mgr Claude Dagens, membre de l'Académie française, va devenir évêque émérite d'Angoulême, le pape ayant nommé lundi Mgr Hervé Gosselin pour le remplacer à la tête de l'Eglise catholique en Charente, a annoncé la Conférence des évêques de France (CEF).

Mgr Dagens avait atteint le 20 mai la limite d'âge - 75 ans - et présenté par conséquent sa démission, comme le prévoit le droit canonique.
Le nouvel évêque d'Angoulême, Hervé Gosselin, médecin de formation, a été ordonné prêtre pour l'archidiocèse de Rennes en 1994. Âgé de 59 ans, licencié en théologie morale, il a été aumônier à la maison d'arrêt de Rennes pendant dix ans. Il était responsable depuis 2003 à Tressaint (Côtes-d'Armor) d'un des Foyers de Charité, ces centres de retraite spirituelle fondés par la mystique Marthe Robin et considérés comme des précurseurs des communautés nouvelles, 30 ans avant Vatican II.
Figure d'ouverture, "évêque d'esprit libre dans la foi" dit-il de lui-même, Claude Dagens a été évêque auxiliaire de Poitiers de 1987 à 1993, date à laquelle il a pris la direction du diocèse d'Angoulême.
La "Lettre aux catholiques de France" de 1996, dont il a été le rédacteur principal et qui lui a valu un Grand prix de l'Académie française, entendait "proposer la foi" - surtout pas l'imposer - dans une société déjà largement sécularisée.
Ce texte lui a ouvert les portes de l'Académie française, qui compte traditionnellement un évêque en son sein.
Evêque émérite, Mgr Dagens continuera à siéger sous la Coupole parmi les "immortels", au fauteuil n°1, où il a été élu en 2008.
Quai de Conti, "tous les jeudis, je ne représente pas un parti catholique", assurait il y a quelques mois à l'AFP ce docteur ès lettres qui préfère la cravate au col romain.
Sans être favorable à la loi Taubira autorisant le mariage des couples de même sexe, Mgr Dagens avait vu chez certains manifestants de la Manif pour tous "une tendance à utiliser le catholicisme comme un système totalisant" qui renverrait "à la tradition maurrassienne". Plusieurs de ses prises de position lui ont valu de vives inimitiés dans les courants traditionalistes de l'Eglise.
X.Georges Papathanasiou
Eveque d' Europe 
Βασίλης Καραποστόλης
 
Ένα ερώτημα που ημέρα με την ημέρα γίνεται και πιο ενοχλητικό. Τι θέλουμε  ακριβώς; Θέλουμε να έλθει το καλύτερο, ή προτιμάμε να το φέρουμε εμείς οι ίδιοι; Στην πρώτη περίπτωση διαλέγουμε να αρκεστούμε στην προσμονή και στις ευχές μας. Στη δεύτερη, επιχειρούμε να αποσπάσουμε από το άγνωστο κάτι καλύτερο απ' αυτό που μας δόθηκε μέχρι στιγμής. Μπορούμε επομένως να πράξουμε, να μη  μένουμε με σταυρωμένα τα χέρια. Αλλά εδώ ακριβώς, στην πράξη, εμφανίζεται σήμερα το οξύτερο πρόβλημα.
 
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να ελεγχθεί κάπως το αβέβαιο των πραγμάτων από το να δίνουν οι άνθρωποι υποσχέσεις και να τις τηρούν. Απέναντι σ' ένα μέλλον που δεν προσφέρει την παραμικρή εγγύηση, δεν μένει παρά να θεσπιστεί η αμοιβαιότητα: συμφωνούμε να πράξουμε αυτά που δηλώνουμε ότι πρέπει να πράξουμε. Πόσοι μπορούν να το επωμιστούν αυτό; Ας το ομολογήσουμε: όλο και λιγότεροι, και με όλο και περισσότερη δυσκολία. Το να δώσει κανείς υπόσχεση για κάτι φαντάζει ήδη βαρύ. Δημιουργεί στην άλλη μεριά μια προσδοκία ή και μια απαίτηση, πράγμα υπερβολικό. Γιατί όταν ο κόσμος αλλάζει τόσο γρήγορα και όταν όλοι προεξοφλώντας πως τίποτα δεν κρατιέται στη θέση του, μετατοπίζονται, ελίσσονται και γλιστρούν από άποψη σε άποψη, πώς θα ήταν δυνατόν σε κάποιον να εμμείνει στη θέση του;
 
Ετσι η υπόσχεση έφθασε να μοιάζει με ένα είδος πείσματος, μάλλον γραφικού, μια κάποια ακαμψία παλαιού τύπου. Θυμίζει αυτό το συνοπτικό και παράξενο, που έβγαινε από τα χείλη ανθρώπων μιας άλλης εποχής. «Σου δίνω τον λόγο μου». Μια  φράση που δεν χρειαζόταν την παραμικρή συμπλήρωση. Υποτίθεται ότι και τα δύο μέρη αντιλαμβάνονταν τη σημασία που είχε το να τηρηθεί ή να μην τηρηθεί αυτό  που δηλώθηκε. Εκείνο που κρινόταν ήταν η ίδια η ακεραιότητα του υποσχόμενου. Αν έπραττε όσα έλεγε, θα επιβεβαιωνόταν η εσωτερική συνοχή του, αν όχι θα αποκαλυπτόταν πως είναι διχασμένος: μισός ειλικρινής και μισός ψεύτης, μισός καλοπροαίρετος και μισός κακόβουλος, μισός τολμηρός (στις προθέσεις του) και μισός άτολμος (στα τελικά του έργα).
 
Ζούμε λοιπόν εδώ και καιρό μ' ένα μισοβέζικο τρόπο. Αλλά τότε δεν μπορεί να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες, γιατί εμείς οι ίδιοι τις ετοιμάζουμε για να είναι ελλιπείς, χωλές, να παίρνουν πίσω αυτό που για μια στιγμή πιστεύουμε ότι θα μας  χαρίσουν. Δίνοντας λίγα, θα λάβουμε λίγα. Γιατί μαζί με την αθέτηση των συμφωνιών, μαζί με την ευκολία να παρασπονδούμε και να ξεγελάμε τους άλλους, υποσκάπτουμε και τη δυνατότητα του μυαλού μας να δουλέψει διαφορετικά και να  βρει λύσεις ριζικές στα προβλήματα. Η ηθική ελαστικότητα φέρνει και τη διανοητική χαλάρωση. Δεν το υποψιάζονται αυτό οι διάφοροι επιτήδειοι των «έξυπνων» χειρισμών. Αλλά οι εξελίξεις τούς διαψεύδουν. Νομίζουν πως είναι ρεαλιστική ευφυΐα να μην προσκολλώνται σε καμία αρχή ή πεποίθηση, πλην όμως  το τίμημα της ευκινησίας τους είναι να μην μπορούν καν να βάζουν τα πράγματα  στη σειρά. Δεν ξέρουν τι πάει να πει αιτία και αποτέλεσμα, δεν ξέρουν πώς να  ελέγξουν τις αντιφάσεις τους. Είναι πράγματι εντυπωσιακό το πόσο εύκολα παραδίδεται κάποιος σε λογικές ανακολουθίες και πόση επιείκεια δείχνει η  κοινωνία σε όσους αυτοαναιρούνται, πανηγυρικά ή όχι.
 
Ατιμώρητη η περιφρόνηση του συλλογισμού και του επιχειρήματος στην πολιτική ζωή, το ίδιο και στις καθημερινές συναλλαγές. Το δικαίωμα να είναι κανείς παράλογος έγινε πια σεβαστό. Το έντυσαν με σοφιστείες, το στόλισαν με θεατρινίστικο ύφος, το βάφτισαν τάχα «αντιδογματικό» και το σερβίρισαν παντού σαν ένα αξίωμα που επιτρέπει στον καθένα να λέει και να ξελέει χωρίς καν να μπαίνει στον κόπο ν' αναζητεί προσχήματα.   
 
Θα συνεχιστεί αυτή η ανοχή; Δεν μπορεί κανείς να ξέρει. Η πίεση από τη σημερινή κατάσταση, από τη μια ευνοεί τις διαλυτικές τάσεις, την απόδραση του μυαλού στην παραίσθηση ή την ασυναρτησία, από την άλλη όμως δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να οργανωθεί μια αντίρροπη δύναμη. Η σκλήρυνση της πραγματικότητας ίσως αναγκάσει τη σκέψη να γίνει κι αυτή συμπαγής. Να  περιμαζέψει τα δεδομένα, να τα εκτιμήσει, να θέσει προτεραιότητες, να εργασθεί  όπως ο τεχνίτης που συγκολλάει τα σπασμένα κομμάτια του γυαλιού ή του ξύλου, επειδή μες στον νου του διατηρεί τη συνολική εικόνα ενός «άρτιου» πράγματος. Ποια είναι η εικόνα της χώρας που έχουμε κατά νου; Και επιτέλους τι είδους ζωή θέλουμε να έχουμε; Η Ελλάδα δεν μπορεί από τη μια μέρα στην άλλη να γνωρίσει  την αυτοπειθάρχηση. Τουλάχιστον όμως να γίνει η αρχή, οι «μεθοδικά επιπόλαιοι»  να κηρυχθούν δημόσιος κίνδυνος. Είναι τέτοιες οι μέρες που οι ευχές έρχονται σαν από μόνες τους στα χείλη. Ας πούμε μία: «Να κάνει ο καθένας το καλύτερο που  μπορεί και να σπρώξει αυτό που μπορεί ως την άκρη».   


 
Κανένας άνθρωπος και κανένας λόγος ανθρώπου δεν είναι σε θέση να αναφερθεί στην αρχή της πλάνης που τον κυβερνά. Μόνο αν είναι σταθερά προσανατολισμένος στην αλήθεια μπορεί να αναφερθεί στην αρχή που τον διέπει. Και ο λόγος του αββά Ισαάκ είναι σταθερά προσηλωμένος στην αλήθεια, γι’ αυτό και μπορεί να μιλά για ταπεινοφροσύνη χωρίς μνησικακία, για δάκρυα χωρίς μεμψιμοιρία. Δεν διστάζει να αποκαλέσει την ανθρώπινη φύση του Κυρίου ‘‘Θεό’’ και να ζητά μια ενιαία πράξη λατρείας για τον ΄Ανθρωπο που έγινε ο Κύριος,  και για την θεότητα εξίσου. «Διότι πιστεύουμε πως όσα ισχύουν για τον Άνθρωπο υψώνονται μέχρι τον Λόγο που τα δέχεται για τον εαυτό του, επιθυμώντας να τον κάνει να μοιραστεί αυτή την τιμή. Όλα τούτα μας γίνονται γνωστά στο Σταυρό, και μέσω αυτού του γεγονότος, που οι άπιστοι θεωρούν αξιοκαταφρόνητο, έχουμε αποκτήσει μια ορθή γνώση του Δημιουργού».[2]. Διαβάζοντας τα λόγια αυτά σκεφτόμαστε τι μπορεί να σημαίνει θεός κατά χάριν. 
           ΄Όλα τούτα γίνονται γνωστά μέσω του Σταυρού, γεγονός που θεωρείται αξιοκαταφρόνητο και στις μέρες μας. Ο Σταυρός είναι που αποκαλύπτει το ψεύδος και την ενοχή των διωκτών. Ο Σταυρός είναι που ανάγει τον άνθρωπο στο επίπεδο του Θεού. Δεν θα μπορούσε να αποκαλυφθεί αυτή η αλήθεια, αν στον Σταυρό δεν σταυρωνόταν ο ίδιος ο Θεός. ΄Ηρθε για τους πεπτωκότες και τους αμαρτωλούς. Και ανύψωσε την φθαρτή ανθρώπινη φύση στην αφθαρσία. Ποιος άνθρωπος θα τον ακολουθήσει, ποια ανθρώπινη κοινότητα θα ανυψωθεί στο φως; Κανείς που λογαριάζει τους άλλους ως απόβλητους δεν μπορεί να έχει σχέση με το μήνυμα της Βασιλείας. 
    Ο Ιησούς είναι Εκείνος που «ουκ έστιν είδος αυτώ ουδέ δόξα˙ και είδομεν αυτόν, και ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος˙  αλλά το είδος αυτού άτιμον εκλείπον παρά πάντας ανθρώπους».[3] Αλλά ενώ βρίσκει φρικτό θάνατο στο σταυρό, που προορίζεται για τους έσχατους της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, για μας γίνεται σύμβολο σωτηρίας. Ο  σταυρός καταλύει την κοινή πλάνη, και αναδεικνύεται σε πηγή κάθε γνώσης για τον κόσμο και τους ανθρώπους, όπως και για τον ίδιο τον   Θεό.
          Η σχέση και ο συσχηματισμός μας  με την εξουσία υπό οποιαδήποτε μορφή, αποτελεί για μας σημείο κρίσεως μετά του κόσμου.  Ακόμη και κινήσεις που θεωρούνται χαρακτηριστικές του διακεκριμένου ατόμου, όπως η ανάγκη για αναγνώριση και προβολή, ουσιαστικά απηχούν το πνεύμα μιας αγελαίας συμπεριφοράς. Γι’ αυτό και επιλέγουμε την εν Χριστώ μόνωση, όπου το αποκαλυπτόμενο συμπίπτει με τον αποκαλύπτοντα. Οι συνέπειες της νίκης του Χριστού είναι σαρωτικές στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου που αποζητά την αλήθεια, σε έναν κόσμο που κανείς δεν την αποζητά, ούτε θέλει να υποβληθεί σε κάποιον κόπο για να την πλησιάσει. 
 «Και όποτε πλησιάζουμε τον σταυρό, είναι σαν να ερχόμαστε κοντά στο σώμα του Χριστού: τούτο γίνεται χάρη στην πίστη μας σ’ Αυτόν. Πλησιάζοντας τον σταυρό και κοιτάζοντάς τον, ταξιδεύουμε κατευθείαν με τη διάνοιά μας μυστικά στον ουρανό. Και καθώς τιμούμε την ανθρώπινη φύση του Κυρίου μας, το μυστικό μας όραμα καταπίνεται από μια θεώρηση του μυστηρίου της πίστης, σαν σε κάποια όραση που δεν μπορεί να  ιδωθεί ή να γίνει αισθητή».[4]
Ο άνθρωπος μετατρέπεται σε ανθρωπότητα μέσω της θλίψης και του πόνου για τον κόσμο, όχι για να εξαγνιστεί, αλλά για να καταλάβει πως η σωτηρία έγκειται στην αποδοχή του πλησίον. Σ’ αυτό ενυπάρχει και το βαθύτερο μυστήριο του σταυρού. Η στροφή προς τον πλησίον και τη ζωή, και όχι ο εγκλεισμός σε μια ομάδα ή η αυτάρκεια του εγώ και η διατήρηση των κεκτημένων. Ωστόσο στον κάθε ένα ανήκει η απόφαση να παραιτηθεί από τα κεκτημένα. Οι ασκητές αποτραβιούνται από τον κόσμο όχι για να πεθάνουν μέσα στην εκμηδένιση, αλλά για να ζήσουν την πραγματική ζωή. «Αγάπησε όλους τους ανθρώπους, αλλά μείνε μακριά απ’ όλους τους ανθρώπους» (Α΄, Λόγος ΛΔ). Η ρήση αυτή δεν αντιφάσκει προς την αγάπη. Αντιθέτως, αποφεύγοντας την σύμπλευση και την εμπλοκή με τους ανθρώπους, το αδιάκοπο δούναι και λαβείν των ανθρωπίνων σχέσεων, ο ασκητής υπερβαίνει κάθε μορφή ψυχολογικού καταναγκασμού, ακολουθώντας και μιμούμενος μόνο τον Χριστό στην σχέση του με τον Πατέρα.  Το «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάτω σεαυτόν και αρράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι», δεν προκαλεί και δεν περιέχει κανενός είδους ανταγωνισμό και αντιπαλότητα.
«Μη συγκρίνεις εκείνους που κάνουν σημεία και τέρατα και έχουν δύναμη, μ’ αυτούς που ησυχάζουν ευρισκόμενοι στη γνώση. Αγάπησε την αργία της ησυχίας περισσότερο απ’ το να χορτάσεις ανθρώπους που πεινούν στον κόσμο και να μεταστρέψεις πλήθη εθνικών στη λατρεία του Θεού. Καλύτερο είναι να ελευθερωθείς από τα δεσμά της αμαρτίας παρά να ελευθερώσεις δούλους από τη σκλαβιά τους. Καλύτερο είναι να ειρηνεύσεις με την ψυχή σου… παρά να ειρηνεύσεις με την διδαχή σου ανθρώπους που διαφωνούν. …Σε συμφέρει να μεριμνάς να αναστήσεις την νεκρωμένη από τα πάθη ψυχή σου κινώντας τις ενθυμήσεις σου γύρω απ’ τον Θεό, παρά να αναστήσεις νεκρούς». [5]
           Ο αββάς Ισαάκ μας καλεί σε μια υπέρβαση ακόμη και των αρετών που θεωρούνται ως το απαύγασμα της χριστιανικής ζωής. Η εν Χριστώ ζωή δεν είναι απλώς να επιδεικνύουμε αρετές. Γνωρίζει ότι όλες οι αρετές υπόκεινται στην προσβολή του κόσμου, ότι στο διάβα του χρόνου όλα ανατρέπονται και ότι επιχειρώντας κανείς να κάνει το καλό μπορεί να φέρει το κακό.           
            Ο Ισαάκ παίρνοντας κατά γράμμα τον λόγο ότι «ολόκληρος ο κόσμος εν τω πονηρώ κείται», μας καλεί σε μια πλήρη υπέρβαση, εστιάζοντας την προσοχή του στην ζωή της ψυχής, ώστε να συνταυτιστεί με τη ζωή του Θεού. Η αργία της ησυχίας είναι ο τρόπος για να βρισκόμαστε συνεχώς κοντά στον Θεό, στην ατμόσφαιρα της θεϊκής ύπαρξης. Τα πάθη παραμερίζονται, ακόμη κι αν καλύπτονται πίσω από την βούληση για το καλό. 
            Σκέφτομαι αυτές τις φράσεις ενώ ο ήλιος δύει και η τύρβη της ημέρας παραχωρεί τη θέση της στους θορύβους της νύχτας. Μέσα στο αμφίβολο φως, η απόσπαση από τα πράγματα του κόσμου καθορίζει τον τρόπο και το είδος της οράσεως. Η αμεριμνησία μάς κάνει να αναλογιστούμε το διάβα των γενεών. Δεν διδάσκουν οι πράξεις που έχουν σχέση με την δράση, αλλά  οι πράξεις που συντελούνται εν αδρανεία. Ενεργώντας επί του εαυτού μας ενεργούμε και προς τα έξω, θεραπεύοντας τον εαυτό μας θεραπεύουμε και τους άλλους. Δεν αισθανόμαστε, δεν καταλαβαίνουμε την εσωτερική ενότητα που διέπει τον ορατό και αόρατο κόσμο. Την ενότητα που είναι δημιούργημα της αγάπης του Θεού. 
            Ποια η κατάσταση και ποια η στάση μέσα στη σιωπή; Πού βρίσκονται οι ιδέες και τα λόγια; Ποιο είναι το τίμημα των λέξεων; Πού βρίσκεται η επίκληση και πού το αίτημα; Πού βρίσκεται η προσευχή; Για ποια ελευθερία μιλάμε, για ποια ανάσταση; Αναζητώ το νόημα, τον ανείπωτο λόγο, τον λόγο τον αϊδιο και ανείκαστο, και ο λόγος βρίσκεται στη σιωπή. Ο λόγος είναι η ίδια η σιωπή.         
         Γνωρίζουμε ότι από αυτή την κατάσταση φθοράς που ζούμε θα αναδυθεί μια άλλη κατάσταση υπάρξεως.  Δεν ενδιαφέρει αν θα μείνει το όνομα ή η ανάμνησή μας στις γενεές που έρχονται. Δεν είμαστε πια οι ίδιοι άνθρωποι.  Δεν βρισκόμαστε στον τόπο του μαρτυρίου. Δεν είναι εδώ ο τόπος όπου γυρεύει κάποιος να βρει δικαίωση, ζώντας με τα ψίχουλα της καθημερινής ζωής. 
           Δεν έχουμε να επιδείξουμε κάποιο πρόσωπο  στον κόσμο. Ποια είναι η υπόσταση του λεγομένου ‘‘προσώπου’’ όταν η ζωή και ο κοινωνικός βίος έχουν πλέον ταυτιστεί απολύτως; Πού θα υπάρξει και πού θα ανατείλει αυτό το πρόσωπο; ΄Εξω  από τον κοινωνικό χώρο και τις αναγνωρίσεις του, μας λένε πως δεν υπάρχει ζωή. Μιλώντας για πρόσωπο πνευματικό, το μόνο που μπορεί να  εννοούμε είναι ένα πρόσωπο εν εκλείψει. Δύεις εδώ για να ανατείλεις αλλού. Μπορεί οι άρχοντες του αιώνος τούτου και της γενεάς αυτής να αισθάνονται κυρίαρχοι του παιχνιδιού, ακλόνητοι στο βάθρο τους, να επιχειρούν να σφετεριστούν ακόμη και τη θέση του Χριστού, καταγγέλλοντάς μας ότι δεν ακολουθούμε πιστά το δρόμο Του, ότι μας ξεπερνούν στη μέριμνά τους για τους εμπερίστατους και τους αδύναμους, αλλά δεν μπορούν πλέον να μας οικειωθούν. Δίνουμε μια μαρτυρία, που αν και αποτελεί καρπό μιας ασήμαντης μειοψηφίας ανθρώπων, ωστόσο υπάρχει. Το «ως εν ουρανώ και επί της γης» είναι μια συγκλονιστική αποκάλυψη. 
            Είναι μια ξενιτεία το να κινείσαι έξω από τους κοινούς μύθους της κάθε εποχής, αντίθετα απ’ τη ροή που κυλά το ποτάμι, που δημιουργούν μάλιστα την ψευδαίσθηση στους συμμετέχοντες ότι δρουν ελεύθερα και ανεξάρτητα.  Ελευθερία είναι να αφήσεις όλα τούτα πίσω σου, όχι μόνο ως πράγματα χωρίς αξία, αλλά και ως εμπόδια για την πνευματική πρόοδο. 
           Η απόσπασή μας δεν μπορεί να είναι ολοκληρωτική όσο κινούμεθα μέσα στον κόσμο, αν και θέλουμε να ελευθερωθούμε από τον κόσμο.. Ευρισκόμενοι όμως μέσα στον κόσμο ας εργαστούμε προς αυτή την κατεύθυνση: «Αντί να είσαι εκδικητής, γίνε ελευθερωτής. Αντί επικριτής, γίνε άνθρωπος της καταλλαγής. Αντί προδότης, γίνε μάρτυρας. Αντί να επιπλήττεις, γίνε υπερασπιστής. Να ικετεύεις τον Θεό εξ ονόματος των αμαρτωλών ώστε να βρουν έλεος». [6]
         Μέσα από τα παθήματα και τις δοκιμασίες μαλακώνει η καρδιά του ανθρώπου. Τα χέρια που κρατούν το σταυρό και τα χέρια που κρατούν το όπλο δεν είναι τα ίδια χέρια. Ο σταυρός ποτέ δεν μπορεί να αποτελεί όπλο κατά των αντιπάλων προκειμένου να εκλείψουν ή να εξοντωθούν.  «Ας υπερισχύει πάντα μέσα σου η ζυγαριά του ελέους, έως ότου αισθανθείς εντός σου εκείνο το έλεος που έχει ο Θεός για τον κόσμο. Ας γίνει αυτή η κατάστασή μας ένας καθρέφτης που μέσα του θα μπορούμε να δούμε την ομοιότητα και την αληθινή εικόνα που κατά φυσικό τρόπο ανήκει στη Θεία Ουσία. Από αυτά τα πράγματα και τα όμοια τους φωτιζόμαστε ώστε να κινούμαστε προς τον Θεό με  διαυγή νου. Μια σκληρή και ανελέητη καρδιά ποτέ δεν πρόκειται να καθαριστεί. Ο ελεήμων άνθρωπος είναι γιατρός της δικής του ψυχής, γιατί σαν σφοδρός άνεμος καταδιώκει την σκότιση των παθών από το εσωτερικό του εαυτού του». [7]
          Η ησυχία εναυγάζει την αχλύ της ψυχής και ο άνθρωπος εγείρεται εκ του ύπνου. ΄Οσο καταγίνεται με τα εξωτερικά πράγματα, τόσο ο ύπνος γίνεται πιο βαθύς. Εδώ μιλάμε για τον εσωτερικό άνθρωπο που υπερβαίνει την πάλη των λογισμών, που οι λογισμοί δεν είναι πια σε θέση να τον παρασύρουν σε συμπεριφορές αλλότριες και ξένες προς την φύση της ψυχής. Μέσα στον ζόφο της καθημερινής ζωής όπου ο άνθρωπος πνίγεται και γογγύζει, ανοίγεται ένας δρόμος που δεν είναι απρόσιτος. Πρέπει να σκεφτούμε την απομάκρυνση από τις ζοφώδεις συνήθειές μας, με την ανελευθερία και την σκλαβιά τους. Στρεφόμενος ο νους προς το παρελθόν και προς το μέλλον, παραλύει από τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες, αλλά και εκείνες που εκπληρώθηκαν αφήνουν ένα πελώριο κενό. Δεν μπορεί η καρδιά να ξεχάσει και να ξεχαστεί. Δεν μπορεί να σταθεί στο ‘‘τεριρέμ του τώρα’’. Μια κίνηση λήθης, μια κίνηση ελευθερίας που δεν διδάσκεται στον κόσμο.  Χωρίς να βαρυθυμούμε, ανεπαισθήτως, μυστικώς, ανθίζει η ελπίδα μέσα στην ερημιά. 
           Τι θα μας προστατεύσει; Τι θα διώξει μακριά μας τα βλαβερά πράγματα; Μπορεί να υπάρξει τέτοια προστασία; Ποια είναι η πνευματική δύναμη που προστατεύει τον άνθρωπο και υπερίπταται αυτού, απομακρύνοντας οτιδήποτε βλαβερό μπορεί να πλησιάσει το σώμα και την ψυχή του; Μέσα στο ζόφο μάταια η καρδιά στρέφεται σε εξωτερικά σχήματα. ΄Όταν στην αίσθησή της έχει τελειώσει ο κόσμος, κι εκείνη περισυλλέγεται εις τα ίδια, όταν εισέλθει στα εσώτερα δώματά της, κάτι διαφορετικό γεννιέται, κάτι απρόσμενο, απρόσιτο και ξένο, κι ωστόσο οικείο και κοντινό. «Η καλή γη που ευφραίνει τον γεωργό της φέρνοντας εκατονταπλάσιους καρπούς, είναι η ψυχή που έχει στιλβωθεί από την μνήμη του Θεού και την ακοίμητη αγρυπνία ημέρα και νύχτα. Ο Κύριος εδραιώνει για την ασφάλειά της νεφέλη, που την επισκιάζει την ημέρα και την φωτίζει τη νύχτα μ’ ένα λαμπρό φως: μέσα στο σκοτάδι της ένα φως λάμπει». [8]
             Ω επιστροφή του ανθρώπου που δεν είναι ξένος, αφύπνιση ακέραια που λαμπρύνεται από το φως της ημέρας, μετά την ταφή του εαυτού, βεβαιώνοντας πως ό,τι είδαν τα μάτια μας δεν ήταν γέννημα της φαντασίας, αλλά μας είχε δωρηθεί˙ χρόνος άπειρος, απερίτμητος, αδιάσπαστος, χρόνος ολόκληρος που δεν χάνεται. 
              Ω επιστροφή, μουσική του μέσα κόσμου, γνώση των καιρών και των ενιαυτών, που αυξάνεται και σε αυξάνει πέρα απ’ ό,τι λογάριασες ως εαυτό. Μόνο ό,τι είναι κρυμμένο εντός μας είναι αθάνατο, εξαιρείται της τύχης και μας αγκαλιάζει, δεν μας αποδιώχνει και μας περιχωρεί. 
           Ω επιστροφή, όταν η καρδιά μας σμικρυνθεί και γίνει σαν του νηπίου, και όλα έχουν το μεγαλείο της πληρότητας, και όλα έχουν νόημα και περιεχόμενο, και δεν χρειάζεται πλέον να ικετεύεις, να παρακαλάς, να στέκεσαι ευλαβικά, αλλά η ίδια η πλήρωση είναι η ευλάβεια, η ίδια η πλήρωση είναι η ικεσία, καθώς εξακοντίζεσαι πέρα, πέρα και πέρα, εκείθε πέρα, όπου το αύριο και το χθες, το σήμερα και το τώρα. ΄Οπου σε αγκαλιάζει η νύχτα και σε καλημερίζει το ξημέρωμα. 
           Ω επιστροφή στο ασύλληπτο, ψηλαφώντας του θανάτου την μόνη πραγματικότητα, μέσα στη θνητή ύπαρξη, ανάμεσα στον θνητό ύπνο και την θνητή μας έγερση, ω επιστροφή στην γενέθλια γη όπου ακέραιο αγκαλιάζουμε τον άνθρωπο και δεν είμαστε πια μόνο ο θνητός εαυτός μας, και ο εαυτός έχει καταποθεί στον θρίαμβο του αϊδίου φωτός, και ο κάθε ένας είναι ο άλλος, ο έτερος, και τίποτα πια δεν καθορίζει η τύχη. 
        Ω λύτρωση, γαλήνια ανάπαυση καθώς η καρδιά δεξιώνεται το θαύμα. ΄Εκπληκτοι και σαστισμένοι μέσα στο θάμβος, παραδομένοι και έκπληκτοι. 
  
             Στην  απαλή κόψη του ύπνου, όταν το κεφάλι ακουμπά στο προσκέφαλο και οι αισθήσεις αρχίζουν να ναρκώνονται, ο νους που ελευθερώθηκε από τις μέριμνες δέεται μυστικά, ξυπνητός ακόμη, να τύχει της ελλάμψεως του φωτός. Περιμένοντας μιαν απάντηση, την δύναμη να συνεχίσει να ζητά την έλευση του Πνεύματος. Δεν μπορεί να στραφεί κανείς στον Χριστό μέσα στα όρια του κόσμου υποκύπτοντας συνάμα στους τρόπους του. ΄Όπως έχει ειπωθεί, ο κόσμος ζει στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης χωρίς να περιμένει κανέναν Μεσσία. [8] Το φως του Ευαγγελίου δεν έχει ανατείλει ακόμα. Η Βασιλεία του Θεού παραμένει μια ουτοπία. ΄Όμως η βεβαιότητα της ελεύσεως της Βασιλείας δεν ανακαινίζει μόνο τη ζωή του ανθρώπου, αλλάζει και την σχέση του με  τον θάνατο. Ο θάνατος δεν έχει πλέον κάτι το απρόσμενο και τελεσίδικο, αυτή την τρομακτική απάλειψη και εκμηδένιση του όντος. Ο θάνατος γίνεται η πύλη της αιωνίου ζωής. Στον ναό εισερχόμαστε από τα δυτικά, από την δύση του βίου, και προχωρούμε προς την ανατολή, προς την ανακαίνισή μας. Δεν μπορεί να περιγραφεί η κατάσταση του ανθρώπου που έχει αποκοπεί από το κοσμικό φρόνημα και έχει στραφεί στον Χριστό, αφήνοντας πίσω του τις επιταγές του βίου. Ανατέλλει η πραγματική ζωή. Ο ουράνιος Πατέρας, δια του Υιού, μας χαρίζει την ύπαρξή Του. «Όσο για τον θάνατο, που υπήρξε τόσο τρομακτικός για την ανθρώπινη φύση, τώρα ακόμη και οι γυναίκες και τα παιδιά μπορούν να κρατήσουν ψηλά το κεφάλι τους απέναντι του. Ο θάνατος που βασιλεύει πάνω σε όλους, αποδείχτηκε τώρα ευκολότερος, όχι μόνο για τους πιστούς, αλλά και για τους εθνικούς: ο φόβος του έχει μειωθεί πολύ σε σύγκριση με ό,τι γινόταν προηγουμένως». [9]
             Ο άνθρωπος που με την ψυχή του πλημμυρισμένη από λαχτάρα βρίσκεται πεσμένος μπροστά στον σταυρό δεν υπόκειται, κατά τον Iσαάκ, σε κανένα νόμο ή κανόνα, ούτε έχουν κάποια εξουσία επάνω του οι καιροί και οι χρονικές περίοδοι. αντίθετα, απ’ την στιγμή εκείνη και μετά βρίσκεται πάνω απ’ αυτά, και είναι με τον Θεό χωρίς κανένα περιορισμό.
          
          Η μελέτη των Γραφών είναι η πύλη για να πλησιάσουμε τον Θεό. Χωρίς τον μόχθο της ανάγνωσης η διάνοια δεν έχει κανένα μέσο να Τον πλησιάσει. Μέσα στην ησυχία της νύχτας ο νους απερίσπαστος εμβαθύνει στα νοήματα των Γραφών. ΄Ενα ταξίδι ο πλους μέσα στη νύχτα. Μελετάς, αφήνεσαι, ταξιδεύεις, αλλά όχι σε λογισμούς αλλότριους. Μέσα στη σιωπή κρατάς σταθερή πορεία. «Ο άνθρωπος που διαβάζει με τρόπο κοινό  φράσεις που έχουν μεγάλη σημασία, απογυμνώνει την καρδιά του, και την στερεί από εκείνη την άγια δύναμη που παρέχει στην καρδιά την γλυκύτατη γεύση της κατανόησης που προκαλεί δέος στην ψυχή.[10] Η μελέτη των Γραφών και ο διαλογισμός πάνω στα νοήματά τους, εκτοπίζει κάθε άλλο λογισμό από το νου. Η ησυχία είναι  μια συνεχής έκπληξη. Αισθάνεσαι σαν άνθρωπος που γεννιέται κάθε στιγμή. «Οδηγούμαστε στην κατεύθυνση της αγάπης του Θεού, που η γλυκύτητά της ξεχύνεται συνεχώς στις καρδιές μας σαν μέλι ή κηρήθρα, και οι ψυχές μας αγάλλονται με τη νοστιμιά που η κρυφή λειτουργία της προσευχής και η ανάγνωση των Γραφών χύνουν στις καρδιές μας. [11]
         ΄Ένα φως οδηγεί την διάνοια να διακρίνει τους ασήμαντους λόγους από τον λόγο της αλήθειας. ΄Όταν η ανάγνωση βαίνει παράλληλα με τον σκοπό της ζωής, η ακτίνα του φωτός που διαπορεύεται ανάμεσα στις φράσεις και καθοδηγεί τη νόηση, φωτίζει όλο και περισσότερο την πορεία. Σχολάζεις μελετώντας και εξετάζοντας τα νοήματα των Γραφών. Καμιά ενθύμηση δεν σε ταράζει. Φουντώνει η επιθυμία να εισέλθεις στα γραφόμενα, να ζήσεις τα γραφόμενα, να παραμείνεις στη μέθη που προκαλούν. Με τα αναγνώσματα ο νους καταλαμβάνεται από ορισμένους στίχους, ή από το περιεχόμενο τους, και μελετά, εξετάζει, εμβαθύνει από μόνος του στην πνευματική τους σημασία. Η ανάγνωση, η περισυλλογή, η προσευχή βοηθούν την  ψυχή για να δεχτεί την αγάπη του Θεού. Η γέννηση της αγάπης δεν είναι αποτέλεσμα εξαναγκασμού. «Αν κανείς δέχεται, φαντάζεται ή διδάσκει πως μπορεί να εικονιστεί η αγάπη του Θεού μέσα του ως αποτέλεσμα της επαγρύπνησης ως προς την τήρηση των νόμων ή με ανάλογα μέσα, ή είναι αποτέλεσμα εξαναγκασμού ή αγώνα εκ μέρους του, ή αποτέλεσμα ανθρώπινων πρακτικών και μέσων –  δεν ξέρει τι λέει».   [12]
             Οι άνθρωποι δεν καταδικάζονται από τον Θεό. Τους καταδικάζει η απόγνωσή τους, όταν νομίζουν ότι είναι κύριοι του εαυτού τους και των πράξεών τους και η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Και αντί να στραφούν προς την Πηγή του φωτός, στρέφονται προς την τρέλα και τον θάνατο. Ο Θεός δεν είναι ούτε πάνω απ’ το κεφάλι μας, ούτε κάτω από τα πόδια μας. Είναι μια ‘‘πραγμάτωσις εν εαυτώ’’. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά. Κι αν δεν βρεθεί μέσα μας δεν θα βρεθεί πουθενά.
            Δεν πρέπει να εκλάβουμε την ταπεινότητα ως αρετή. Σαν κάτι που οφείλουμε να αποκτήσουμε διότι τούτο εντέλλεται η χριστιανική ζωή. Δεν πρέπει να την δούμε ως καθήκον. Μόνο όταν αγαπάς ταπεινώνεσαι πραγματικά. Η ταπεινότητα σηκώνει όλους τους φραγμούς στο δρόμο προς τον Θεό και στις σχέσεις μας με τους άλλους. Διαφορετικά, σε κάθε μας βήμα υπάρχουν προσκόμματα. Ο αββάς Ισαάκ μας λέγει να υπομένουμε την περιφρόνηση και τον  εξευτελισμό, να υπομένουμε την αδικία και να σμικρύνουμε τον εαυτό μας. Δεν είναι ηθικές κατηγορίες αυτές, αλλά οντολογικές. Πολλοί είναι εκείνοι που ενοχλούνται από αυτή τη στάση.  Ακόμη και οι πιο κοντινοί άνθρωποι, εν αγνοία τους πολλές  φορές, προσπαθούν  να προσβάλλουν αυτό που είσαι, αυτό που ξεφεύγει από τα μέτρα και την κοινή συνισταμένη των σχέσεων. 
Ο αγώνας και η προσπάθεια να αποκτήσουμε υπόσταση εν τω κόσμω μας απομακρύνει από τη δυνατότητα να αποκτήσουμε μια υπόσταση πραγματική. Ο κόσμος ως κτίσμα δεν μπορεί να αυτοπροσδιοριστεί, γι’ αυτό και ο δικός μας προσδιορισμός με αναφορά στον κόσμο, δεν έχει νόημα. 
Άλλο οι  αρετές που μπορεί κανείς να ασκεί δημοσίως και άλλο οι πνευματικές απολαύσεις. Η πνευματική στάση και απόλαυση είναι αόρατη στα μάτια των πολλών.  Η καρδιά αυξάνεται και χωρά τους πάντες υπομένοντας και εμμένοντας στη μόνωση. Το είναι ολόκληρο πληρούται και ανακαινίζεται. Αίρονται τα εμπόδια και οι σχέσεις απλοποιούνται. «Αυτός που έχει τη δύναμη να υπομείνει την αδικία με χαρά, αν και είναι στο χέρι του να την αποκρούσει, έχει λάβει συνειδητά από τον Θεό την παρηγοριά για την πίστη του».[13]
 Υπομένοντας, εγκαρτερώντας, καταλαβαίνουμε πού οδηγούν οι δρόμοι του κόσμου. Δεν ήρθαμε στον κόσμο για να ζήσουμε μια ζωή παράλογη και χωρίς νόημα. Δεν ήρθαμε για να υπηρετήσουμε τις φιλοδοξίες μας και να παραδοθούμε στον ύπνο. Δεν ήρθαμε για να χειραγωγήσουμε τους άλλους και να τους επιβάλλουμε έναν τρόπο ζωής˙ αλλά να πορευτούμε ως ελεύθερα τέκνα του Θεού. 
   «Ο άνθρωπος που έχει επίγνωση των αμαρτιών του είναι μεγαλύτερος από κάποιον που ωφελεί ολόκληρο τον κόσμο με την θέα του προσώπου του. Ο άνθρωπος που αναστενάζει μια ώρα για την ψυχή του είναι μεγαλύτερος από κάποιον που εγείρει νεκρούς με την προσευχή και κατοικεί ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους. Ο άνθρωπος που αξιώνεται να δει τον εαυτό του είναι μεγαλύτερος απ’ εκείνον που αξιώνεται να δει τους αγγέλους, γιατί ο δεύτερος κοινωνεί με τα σωματικά του μάτια, ενώ ο πρώτος με τα μάτια της ψυχής. Ο άνθρωπος που ακολουθεί τον Χριστό στο μοναχικό πένθος είναι μεγαλύτερος από κάποιον που δοξάζει τον Θεό στις συνάξεις των ανθρώπων».[14] 
         Το παραπάνω χωρίο κινείται πέρα από τα έργα και πέρα από τις θεωρήσεις μας. Στα λόγια αυτά υποπτευόμαστε την ύπαρξη μιας πληρότητας απερίγραπτης. Είναι εκείνοι που δεν θέλουν να βλέπουν τίποτε άλλο εκτός από το Πρόσωπο του Χριστού. Το άρρητο κάλλος του προσώπου Του. Ο μοναχικός εν Χριστώ άνθρωπος, ο άνθρωπος του μοναχικού πένθους, δεν υπόκειται σε καμιά συλλογική συμπεριφορά. Η παντοδυναμία της συλλογικής συμπεριφοράς δεν τον αγγίζει. ΄Όχι από περιφρόνηση, αλλά από την δίψα της αλήθειας που τον διακατέχει και τον καθοδηγεί. 
           Αποκτούμε μια γνώση και μια συνείδηση που μας εισάγει σε έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Η προβολή του πλούτου, της αναγνώρισης και της ισχύος ως πεμπτουσίας της εν τω κόσμω υπάρξεως και ζωής, αποτελούν  στοιχεία που μας απομακρύνουν από την αλήθεια που σώζει και ελευθερώνει. Γνωρίζοντας τον εαυτό μας, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα χωρίς τον Χριστό. ΄Όταν ο Ισαάκ λέγει ότι «ο άνθρωπος που αναστενάζει για την ψυχή του είναι μεγαλύτερος απ’ εκείνον που εγείρει νεκρούς με την προσευχή και κατοικεί ανάμεσα σε πολλούς ανθρώπους», καταλαβαίνουμε ότι καμιά ειδωλοποίηση δεν γίνεται ανεκτή. Το βλέμμα του πιστού είναι ολοκληρωτικά στραμμένο εντός του. Χριστιανισμός σημαίνει την απόκτηση αυτής της βαθιάς εσωτερικής γνώσεως. Ο χριστιανός δεν πτοείται από θαύματα. Δεν περιμένει το θαύμα για να αγωνιστεί ώστε να πραγματωθεί εν εαυτώ η Βασιλεία του Θεού. Το θαύμα μπορεί να αποτελέσει και πρόσκομμα προς την οδό της Αγάπης. 
 Η άκτιστη επίγεια Εκκλησία του Χριστού δεν έχει τα χαρακτηριστικά ενός οργανωμένου συνόλου, ενός επί γης θεσμού. Η Εκκλησία δεν είναι στρατευμένη επί της γης για να θριαμβεύσει στον ουρανό. Η Εκκλησία θριαμβεύει επί της γης δια του Σταυρού, που οι αρχές και οι εξουσίες κάνουν ό,τι μπορούν για να μας κάνουν να τον ξεχάσουμε. Αν η επίσημη Εκκλησία δεν μπορέσει να στραφεί και να δείξει την οδό της Βασιλείας, εμπράκτως και χωρίς δεύτερες σκέψεις, αργά ή γρήγορα θα καταστεί ένα εξάρτημα του πεπτωκότος κόσμου, που μπορεί να την τιμούν και να την σέβονται, αλλά δεν θα σώζει κανέναν. 
 
Σημειώσεις
[1] Αββά Ισαάκ του Σύρου, Β΄ μέρος των Λόγων, Λόγος ΙΑ, 22.
[2] Ησαίας, 53, 2-3. (Δεν είχε η μορφή του κάτι το ιδιαίτερο, ούτε μεγαλοπρέπεια. Τον
είδαμε και η μορφή του δεν είχε κάτι ξεχωριστό, ούτε ομορφιά. Αλλά ήταν
ατιμασμένη, περιφρονημένη απ’ όλους τους ανθρώπους).
[3] Β΄, Λόγος, ΙΑ, 18-19.
[4] Α΄, Λόγος ΚΓ..
[5] Α΄, Λόγος ΛΔ..
[6] Α΄, Λόγος ΛΔ..
[7] Α΄, Λόγος ΛΔ.
[8] Γέροντος Σωφρονίου.
[9] Β΄, Λόγος ΙΑ, 8.
[10] Α΄, Λόγος Α..
[11] Β΄, Λόγος ΚΘ, 5.
[12] Β΄, Λόγος ΙΗ, 2.
[13] Α΄, Λόγος Ε.
[14] Α΄, Λόγος ΛΔ

X.Γεώργιος Παπαθανασίου

Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2016



 
Σε μία συνέντευξή του στην Μοντ, ο Γάλλος πολιτικός στοχαστής Μαρσέλ Γκωσέ (Marcel Gauchet) και με αφορμή τις τρομοκρατικές επιχειρήσεις στο Παρίσι, διαπιστώνει τον ατομιστικό προσανατολισμό της προσχώρησης νεαρών ανθρώπων (και δυτικών κοινωνιών) σε δίκτυα ισλαμιστικού φονταμενταλισμού [1]. 
 
Η παρατήρηση για την αποχή των νεαρών αυτών- δυνάμει τρομοκρατών- από τα τζαμιά και τις ομάδες προσευχής των μουσουλμάνων μεταναστών, επιβεβαιώνει δύο απόψεις του Γκωσέ: πρώτον, ότι ο ισλαμικός φονταμενταλισμός είναι σύμπτωμα κοινωνιών που έχουν ήδη αναπτυχθεί και οργανωθεί στη βάση της εξόδου από την θρησκευτική οργάνωση του κόσμου- αυτό σημαίνει ότι το θρησκευτικό κοσμοείδωλο απουσιάζει, τόσο για τους Χριστιανούς όσο και για τους άλλους σε συνθήκες ώριμης παγκοσμιοποίησης, δεύτερον, ότι, ενώ σε μία παραδοσιακή θρησκεία η προσωπική πίστη μετρά λιγότερο από τα τηρούμενα τελετουργικά και αυτή η τυπολατρία είναι ουσιώδης στο εθιμικό Ισλάμ, η προσχώρηση του φονταμενταλιστή είναι κυρίως ατομική προσχώρηση. Πραγματικά, δεν τον ενδιαφέρει η μουσουλμανική κοινότητα και τα τοπικά της χαρακτηριστικά παρά σαν μία πρόφαση αιτιολόγησης (ανάλογα βέβαια και η τύχη των Παλαιστινίων ή των μεταναστών στα προάστια των δυτικών μεγαλουπόλεων). 
 
Αυτή η ατομική προσχώρηση όμως είναι ένα μέσο αυταπάρνησης του εαυτού ως ατόμου, καθώς συνειδητά επιλέγει το ανθρώπινο υποκείμενο να «θυσιαστεί» για έναν σκοπό που τον υπερβαίνει. Εάν μάλιστα ο στόχος είναι η επιθυμία της κατανάλωσης (ας προσέξει κανείς τους στόχους των επιθέσεων: πολυτελή ξενοδοχεία, συναυλιακά κέντρα, μπαρ, τουριστικοί προορισμοί, αλκοόλ και γυναίκες), που την έχει ο φονταμενταλιστής, καταλαβαίνουμε ότι αυτός ανοίγει πυρ εναντίον αυτού που γνωρίζει και που προσδοκά, αλλά και το οποίο αρνείται.
Άλμα ιστορίας και πολιτισμού. Στα πρώτα βυζαντινά χρόνια το φαινόμενο του ασκητικού μοναχισμού δηλώνει μία φυγή από τον κόσμο σαν αποφυγή ένταξης σε μία κοινωνική συμβατικότητα. Η κοινωνία είχε ήδη αποδεχθεί τον κάποτε διωκόμενο Χριστιανισμό. Οι πόλεις και τα εμπορικά «μεσο- αστικά» στρώματα της ύστερης Ρωμαϊκής εποχής εντάσσονται στον Χριστιανισμό και τον «αλλάζουν». Η έξοδος προς την έρημο ήταν απαραίτητη προϋπόθεση αναζήτησης του αυθεντικού και αληθινού μηνύματος της Πίστης. Λέγεται ότι όταν ο αββάς Αρσένιος ζητώντας από το Θεό να σωθεί άκουσε μια φωνή να του λέει να αποφεύγει τους ανθρώπους. Όταν έγινε μοναχός ή ίδια φωνή του έλεγε να ησυχάζει και να σιωπά [2].
Είναι αδιάκριτο το κοινό στοιχείο της «εξόδου» από τη διαφθαρμένη και συμβιβασμένη κοινωνικότητα του πολιτισμού. Είναι κοινό στοιχείο η εξατομίκευση του βιώματος- μολονότι στην χριστιανική παράδοση ο ασκητής δεν ήταν ποτέ απόλυτα αυτονομημένος από την τοπική κοινωνία. Όμως μέχρι εδώ. Η ορμή που στον φονταμενταλιστή γίνεται αυτοκτονική και εγκληματική βία, στον ασκητή είναι αγώνας για εν Χριστώ τελείωση, ευσέβεια, απλότητα και αγάπη. Το πιο πάνω απόσπασμα του αββά Αρσενίου είναι χαρακτηριστικό: ησυχία και σιωπή!
 
Tελικά, τα ερωτήματα μένουν ανοιχτά. Πρόκειται για διαφορές θρησκειών, πολιτισμών, εποχών ή απλά για μία βέβηλη αντιστροφή. Τα κοινά σημεία και οι χαώδεις διαφορές όμως πρέπει να μας βοηθήσουν στο να στοχαστούμε τις κραυγές αγωνίας, πίσω από το αίμα και τις σφαίρες. Ακόμα και η πιο ριζοσπαστική αποφυγή του κόσμου ή άρνηση του, φέρει μέσα της τον ίδιο τον κόσμο που αρνείται. 
Γι αυτό: ησυχία και σιωπή!
 
[1] Μπορεί κανείς να δει σχετικά στο «Ας σκεφτούμε το Ισλάμ. Μαρσέλ Γκωσέ» (εισαγωγή- μετάφραση Μιχάλης Πάγκαλος), περιοδικό Φρέαρ 14/ Φεβρουάριος 2016, 32-38.
[2] Φώτιος Παπανικολάου, Η έρημος και η πόλη, στην ασκητική γραμματεία των πρώτων αιώνων, εκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 2000, 29

X.Γεώργιος ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Αρχιεπίσκοπος 

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

Ftom Mgr.R.Wiliamson

Bishops

The SSPX is no way “out of the woods.”
Resistant bishops must “deliver the goods”!

Ever since the General Chapter of July, 2012, when under Bishop Fellay’s direction the Society of St Pius X took a decisive lurch towards a compromise agreement with Conciliar Rome, Catholics of Tradition have wondered where the two other SSPX bishops stand, Bishop Tissier de Mallerais (BpT) and Bishop de Galarreta (BpG), because both have been rather discreet in public since that time. However, firm words spoken by each of them last month have raised hopes for the future of the SSPX. Are the hopes justified? Catholics may need to remain on their guard . . .

The Confirmations sermon of BpT given on January 31 in Saarbrücken in Germany could not have been more upright or clear. For instance: In the SSPX’s confrontation with Rome, it may never go in for compromise or double-dealing. We can never negotiate with Rome so long as the representatives of the Newchurch (sic) cling to the errors of Vatican II. Any talk of ours with Rome must be unambiguous, and have as its purpose the conversion of the Newchurch representatives back to our one and only truth of Catholic Tradition. No compromise or double-dealing until they have got over their Conciliar errors, and have converted back to the Truth.

Admirable words! Uprightness is not BpT’s problem. He is no politician, God bless him. His problem is that when it comes to putting words into action, his “Fiftiesism” makes him obey his Superior and fall back in line with the politicians of SSPX HQ in Menzingen. Nothing indicates that this will not happen again this time, but we may always pray that, as the proverb says, “Even a worm will turn.” BpT is far from a worm, but he is hiding from himself, or genuinely cannot see, the full malice of Menzingen’s action. It is not just the unity and welfare of the SSPX which is at stake, but the Catholic Faith.

On the contrary BpG is a politician. Unfortunately we do not have the full text of the conference he gave in Bailly, France, on January 17, because his exact words count, so we can only quote from a summary of his main thoughts: Rome’s latest theological and canonical proposals for a Rome-SSPX agreement remain unacceptable, but the Pope certainly wants an agreement and he is perfectly capable of overriding his own officials and of imposing a “unilateral” recognition on the SSPX. Such a recognition could definitely harm the SSPX internally, but if the SSPX had done nothing to obtain it, then there is nothing that the SSPX could do about it. However, Providence would once more watch over the Archbishop’s work.

But, your Excellency, Menzingen has now for many years been doing all it can by political negotiation to arrive at official recognition by Rome, and its eventual “unilateral” arrival would be a mere pretence to deceive Traditionalists so as to sell out the SSPX under cover of claiming, no doubt with Rome’s permission behind th e scenes , that it was all Rome’s fault. But the fact would remain that the Archbishop’s Society would finally be betrayed, and you with your own “No, no, a thousand times no . . . but possibly, yes” would have to answer for not having done all you could and should have done to block its betrayal.

In brief, that emergency lighting system of the Universal Church in Conciliar darkness, which is the SSPX, is itself flickering and in danger of no longer giving light. Therefore that repair team to sustain the emergency lighting, which is the “Resistance,” is still needed, and that team needs a sufficiency of good foremen. A third bishop for the “Resistance” is planned, as last year for March 19 at the monastery near Nova Friburgo in Brazil. He is its Prior, Fr Thomas Aquinas, faithful warrior and veteran of the post-Conciliar war for the Faith. May God be with him, and with all the humble and faithful servants of God.

Kyrie eleison.

Message de Mgr Dagens à la fin de la messe d'action de grâces célébrée à la cathédrale d'Angoulême, le 13 décembre 2015



Message de Mgr Dagens à la fin de la messe d'action de grâces célébrée à la cathédrale d'Angoulême, le 13 décembre 2015

« Voici ma prière : que votre amour abonde encore, et de plus en plus, en clairvoyance et en pleine intelligence pour discerner ce qui est le plus important, ce qui convient le mieux. » (Philippiens 1,9-10). Ces paroles de l’apôtre Paul à la communauté chrétienne de Philippes, je vous les confie. Je vous remercie d’avoir reconnu ce que j’ai essayé de faire parmi vous. J’ai essayé de faire en sorte que l’Église vive du cœur de Dieu. C’est ce que je souhaite pour la route qui continue avec le Père Hervé Gosselin. Rendez-vous au dimanche 10 janvier, à 15 heures, à l’Espace Carat. Je passe le relais avec grande confiance et je continue à rendre grâces. Tant de moments de proximité, tant de confidences reçues, tant de peines partagées, tant de joies et de découvertes reconnues ! Je porte cela en moi. Un évêque, il est ce que l’on en fait et vous avez fait de moi un homme sans doute exigeant mais heureux d’être dépassé par le don de Dieu. Je suis conscient de mes limites et de mes fragilités mais je me suis senti souvent plongé en Charente dans le grand bain de la vie de Dieu. C’est cela qui me permettait de dire ailleurs, et notamment à Paris, tout ce que j’ai pu dire. Merci de m’avoir façonné. Je vous souhaite de poursuivre la route sous le signe de la miséricorde inlassable du Seigneur.

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

 
Η ζωή αξίζει μονάχα αν τη μοιράζεσαι, Κ. Νικηφοράκης
 
Το σύνολο σχεδόν της νεωτερικής σκέψης, ηθελημένα ή αθέλητα, ανεξάρτητα από αν το ομολογεί ή όχι, είναι είτε χομπσιανή ή ρουσσωική, δηλαδή φιλελεύθερη ή αριστερή. Στην ρουσσωική παράδοση εντάσσεται και ο αναρχισμός. Τα ρεύματα αυτά της νεωτερικής πολιτικής σκέψης συγκρούονται γύρω από το θεμελιώδες ερώτημα τι είναι η ανθρώπινη φύση. Ο πυρήνας  της χομπσιανής (φιλελεύθερης) ανθρωπολογίας είναι η κουλτούρα του εγωισμού, η ιδιοτελής ανθρώπινη φύση. Σύμφωνα με τον Χομπς ο άνθρωπος από την φύση του δεν είναι ικανός να πράττει το καλό και γι’ αυτό πρέπει να τιθασευτεί η φυσική του ιδιοτέλεια από μια εξωτερική δύναμη (τύραννο, πεφωτισμένο ηγέτη, πολιτικές ελίτ). Ο Α.Σμίθ, εκ των ιδρυτών της πολιτικής οικονομίας , εκσυγχρόνισε την φιλελεύθερη αντίληψη προτείνοντας αντί να δαμαστούν τα εγωιστικά ανθρώπινα πάθη να αυτορυθμιστούν μέσω της αγοράς. Για τον Σμιθ ο αλτρουισμός, η αλληλεγγύη, η καλοσύνη, αναδύονται  όταν τα άτομα μέσω της παραγωγικής διαδικασίας επιδιώκουν την προσωπική τους ευμάρεια, το προσωπικό τους συμφέρον, το κέρδος. Οι άνθρωποι είναι τίμιοι μόνο όταν η τιμιότητα τους φέρνει κέρδος, ενδιαφέρονται για το κοινό καλό όταν στηρίζονται στην  ιδιοτέλεια και τον εγωισμό. Η ευημερία, το κοινό καλό, προκύπτει από την ιδιοτέλεια και όχι από την καλοσύνη. Καταλήγουμε έτσι στο αβίαστο συμπέρασμα ότι βοηθάμε  τον άλλο όχι από την καλοσύνη μας, αλλά γιατί περιμένουμε να μας ανταποδώσει την βοήθεια του( D. Hume ) , δηλαδή η ο αλτρουισμός είναι μία υποκρισία για να υπηρετηθεί η ιδιοτέλεια. Η αλληλεγγύη για τους φιλελεύθερους είναι στην καλύτερη περίπτωση ένας ιδιοτελής αλτρουισμός. Η πιο καθαρή έκφραση αυτής της αντίληψης είναι η φιλανθρωπία των πλουσίων. Αν όμως ο άνθρωπος είναι αποκλειστικά ιδιοτελές ον τότε γιατί να προσφέρει αφιλοκερδώς αίμα σε ένα νοσοκομείο, να κάνει μια ανώνυμη δωρεά σε ένα ίδρυμα, να δώσει φιλοδώρημα σε ένα σερβιτόρο ενός εστιατορίου που δεν θα το επισκεφτεί ξανά, να βοηθήσει μία άγνωστη ηλικιωμένη να περάσει από μια διάβαση, να προσφέρει ρούχα και τρόφιμα σε ένα πρόσφυγα;
Ως αντίπαλο  δέος στον φιλελευθερισμό, στην οντολογία της απληστίας, ο Ρουσώ και κατ ‘    επέκταση ο Μαρξ θα θεμελιώσουν την αισιόδοξη ανθρωπολογία, διατυπώνοντας την άποψη ότι ο άνθρωπος είναι φύσει καλό ον ή μια άγραφη πλάκα πού την διαμορφώνει η κοινωνία, ο  πολιτισμός. Σύμφωνα μ’ αυτή την αισιόδοξη ανθρωπολογία το κακό είναι πολιτισμικό δημιούργημα, εξωτερικό γνώρισμα της ανθρώπινης ταυτότητας, και άρα θα αρθεί σε μια άλλη κοινωνία στην οποία θα έχουν εκλείψει οι αιτίες που το δημιούργησαν. Για να στοιχειοθετηθεί μάλιστα η καλοκάγαθη ανθρώπινη φύση ο Ρουσώ και ο Μαρξ εφεύραν ένα προϊστορικό στάδιο της ανθρωπότητας που «οι άνθρωποι ήταν ελεύθεροι ενώ σήμερα είναι παντού αλυσοδεμένοι», όπως λέει ο Ρουσώ, το στάδιο του πρωτόγονου κομμουνισμού (Μαρξ). Τα ερωτήματα είναι βέβαια εύλογα γι’ αυτή τη μονοφυσιτική ανθρωπολογία. Αν ο άνθρωπος είναι φύσει καλός και ζούσε σε ένα επίγειο παράδεισο τότε πως θα εξηγηθεί η εμφάνιση της ιδιοτέλειας , της ιδιοκτησίας, των εξουσιαστικών μηχανισμών, του κράτους, κλπ; Με παρθενογένεση;  Μέχρι πριν 12000 χρόνια ολόκληρη η ανθρωπότητα ζούσε σε κυνηγετικές – συλλεκτικές ομάδες, σε τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες. Οι ανθρωπολόγοι τις ονόμασαν κοινωνίες του μοιράσματος, διότι ένα από τα βασικά τους χαρακτηριστικά, άξιο θαυμασμού για τα εξισωτικά του στοιχεία είναι το μοίρασμα της τροφής, ιδιαίτερα το μοίρασμα των μεγάλων θηραμάτων και η ισοδιανομή τους στα μέλη της ομάδας. Η εξιδανίκευση όμως των τροφοσυλλεκτικών ομάδων ως ευγενών άγριων όχι μόνο δεν τεκμηριώνεται από τις ανθρωπολογικές μελέτες αλλά αντιθέτως αυτές δείχνουν ότι πάντα υπάρχουν αποστάτες από το συλλογικό πνεύμα, την εξισωτική ηθική, από την γενική αρχή του μοιράσματος του πλεονάσματος. Έχοντας αυτή την επίγνωση οι τροφοσυλλεκτικές κοινωνίες επινόησαν συμβολικούς και πρακτικούς μηχανισμούς και κανόνες που αποθάρρυναν τη βούληση για δύναμη και κυριαρχία, την ιδιοτελή συμπεριφορά ατόμων και ομάδων και επιβράβευαν τον αλτρουισμό και την εξισωτική ηθική.
Η ανθρώπινη ταυτότητα δεν είναι αυτοδημιούργητη, δεν προέκυψε από μια ρήξη με τη φύση αλλά από μια ανάδυση από αυτήν, δεν περιορίζεται στην ζωικότητα αλλά δεν υπάρχει χωρίς αυτήν, είναι μια ενότητα έμφυτων και επίκτητων χαρακτηριστικών. Η ιδιοτέλεια από τις πρωτοκοινωνίες μέχρι σήμερα, προέκυψε ως αποτέλεσμα του ανταγωνισμού για την πρόσβαση στους φυσικούς πόρους (π.χ. φονικές επιδρομές μεταξύ φυλών) και κυρίως από το ότι κάθε άνθρωπος βιώνει τον εαυτό του ως πρώτο πρόσωπο, ως υποκείμενο, έχει δηλαδή ένα μοναδικό αποτύπωμα συνείδησης. Η αλληλεγγύη αναδύθηκε στις πρωτοκοινωνίες και αναβλύζει μέχρι σήμερα από την ανάγκη της συνεργασίας για πιο αποτελεσματική πρόσβαση στους φυσικούς και κοινωνικούς πόρους (π.χ. δίκτυα συνεργασίας των ανδρών-κυνηγών, δίκτυα συνεργασίας των γυναικών στη συλλογή καρπών και την ανατροφή των παιδιών, κλπ) γεγονός που οδήγησε στην εγκατάσταση του άλλου μέσα στο μοναδικό αποτύπωμα συνείδησης του καθενός. Έτσι το μοναδικό αποτύπωμα συνείδησης μπορεί να οδηγηθεί στην ιδιοτέλεια, στον εγωισμό, όταν κυριαρχεί το εγώ, αλλά και στον αλτρουισμό, εφόσον είμαστε ικανοί να αφιερώσουμε το πρόσωπό μας σε ένα εσύ. Για το που θα κατευθυνθεί εξαρτάται από τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του κοινωνικού περιβάλλοντος. Μπορούμε να διάγουμε μια αξιοβίωτη ζωή αν ενισχύσουμε ένα βίο συνεργατικό και αποδυναμώσουμε, χωρίς ποτέ να καταργήσουμε ένα βίο κτητικό. Το πιθανότερο είναι ότι η ιδιοτέλεια πρώτη εμφανίστηκε ως χαρακτηριστικό του είδους και είναι αρκετά ισχυρή και γι’ αυτό ριζική επανάσταση είναι η ενίσχυση της λειψά αναπτυγμένης  συνιστώσας της ανθρώπινης κατάστασης, του αλτρουισμού.
Χ.Γεώργιος Παπαθανασίου
Αρχιεπίσκοπος

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

Χαράλαμπος Πετρουλέας
 
(Φωναχτές σκέψεις -όσο ακόμα αυτό επιτρέπεται- ενός ομοφοβικού (;) εις πείσμα προοδευτικών (;) καιρών)
 
Αντιλαμβάνομαι το δράμα –χωρίς καμία διάθεση ειρωνείας- των gay ζευγαριών που δεν μπορούν να κρατήσουν ο ένας το χέρι του άλλου στο νοσοκομείο ή στην περίπτωση του μοιραίου να μην μπορεί να αναγνωριστεί ο άνθρωπος σου μετά από δεκαετίες συμβίωσης κλπ
Αντιλαμβάνομαι το ενδεχόμενο bullying στον Χ μαθητή, του οποίου η σεξουαλικότητα ή η συμπεριφορά ίσως παρεκκλίνει από τα συνήθη ετεροφυλόφιλα ήθη της παρέας του.
Ωστόσο και τα δύο αυτά συνήθη επιχειρήματα δεν επαρκούν για την επιδιωκόμενη θεσμική εξίσωση όλων των ζευγαριών. Κάποιοι θεωρούν ότι νομοθετούμε δια της λογικής πονάει χέρι κόψε χέρι ή, εν προκειμένω, τράβα χέρι ώσπου να μακρύνει γενικώς και αορίστως και τονίζω το «αορίστως» γιατί θα επανέλθω. 
Για την μεν πρώτη περίπτωση, θα μπορούσε- και πρέπει- να υπάρξει ένα ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ δύο ενδιαφερόμενων πλευρών που να εξουσιοδοτεί ο ένας το άλλον για τα θέματα που αυτοί επιθυμούν καθώς και για θέματα κληρονομικά. Μάλιστα στην περίπτωση των gay ζευγαριών θα μπορούσε να υπάρξει μια έτοιμη φόρμα ορισμένη από το κράτος σε συνεννόηση με τις αντίστοιχες κοινότητες που να τα ορίζει όλα. Αρκούν δύο υπογραφές και έπειτα κανένας γιατρός, κανένας κακεντρεχής συγγενής, κανένας επίδοξος κληρονόμος κανένα κράτος δεν θα μπορεί να μπει ανάμεσα στο ζευγάρι. Δεν κατέχω καλά τα νομικά αλλά αν κάπου κάνω λάθος, συγνώμη διορθώστε με. Προφανώς λοιπόν και δεν είναι εκεί το θέμα, οπότε οι φίλοι δημοσιογράφοι και αρθρογράφοι ας ξέρουν προτού παρουσιάσουν λίαν δρακρυβρέχτως και συναισθηματικώς τέτοιες περιπτώσεις ότι η απάντηση-λύση δεν είναι απαραίτητα του στυλ: Γάμος (και υιοθεσία) εδώ και τώρα.
Είναι επίσης αφελές να θεωρούν κάποιοι ότι οι λογιών νταήδες του σχολείου θα συμμορφωθούν πάραυτα προς τας διατάξεις του υπουργείου δικαιοσύνης που εν μία νυκτί θα θεσμοθετήσει την περίπτωση π.χ. του Βασίλη που φέρεται θηλυπρεπώς, και θα σταματήσουν να τον στολίζουν στην καλύτερη με κοσμητικά επίθετα. Ίσα -ίσα θα στοχοποιηθεί ακόμα περισσότερο το παιδί, μαζί με τον αυριανό Βασιλάκη που θα έρχεται να πάρει τους βαθμούς του παρέα με τους γονείς του Κον Κώστα και Κον Δημήτρη… Και για να σας προλάβω, αλήθεια στις προοδευτικές χώρες του εξωτερικού μειώθηκε έτσι το bullying; Πολύ θα ήθελα να μάθω με μία από αυτές τις έρευνες που κάποιοι τις έχουν στο τσεπάκι κατά δεκάδες όταν τους συμφέρει….Προφανώς και δεν νοιάζεται κανείς ούτε για τον Βασίλη ούτε για τον Βασιλάκη, απλώς γυρεύουμε ξανά δακρύβρεχτες ιστορίες για  να στηρίξουμε το επιχείρημα: Γάμος (και υιοθεσία) εδώ και τώρα. (Παρεμπιπτόντως στο σχολειό μου είχαμε ένα Χάρη που είχε τραβήξει τα πάνδεινα το παλληκάρι… Αλλά είχαμε και Κωστάκηδες και Χριστίνες και Γιωργάκηδες και Πέτρους που είχαν την ατυχία να είναι απλά ευτραφείς, μυαλωμένοι, Χριστιανοί, Χαζούληδες κ.α. και πέρασαν των παθών τους τον τάραχο και ακόμα νοιώθω μεγάλες τύψεις-και για τον Χάρη εννοείται- που δεν έβγαινα κάποιες φορές μπροστά υπό τον φόβο των πολλών… Για αυτούς βέβαια κουβέντα..)
Και τώρα στο ψητό: «Που βαδίζουμε κύριοι;» (που τραγουδά και ο Κηλαϊδόνης) ρωτούσαν κάποτε οι Θεολόγοι με τα γιλέκα. Κι όμως εκείνοι μέσα στην γραφικότητα τους ίσως ήξεραν τουλάχιστον που βάδιζαν έστω και εάν είχαν παντελή έλλειψη γονιδίων… τακτ, κατανόησης και αντίληψης του τι ακριβώς συμβαίνει γύρω τους... Οι της άλλης πλευράς όμως μάλλον δεν ξέρουν ακριβώς που βαδίζουν ή αν ξέρουν σίγουρα δεν μας το λένε εξαρχής. Και εξηγούμαι: 
-Τι σας ενοχλεί εσάς το σύμφωνο; Ρωτούν φαινομενικά ευλόγως.
Τίποτα απαντούν.
Κι όμως.
Πρώτον, έχω και εγώ το δικαίωμα να ξέρω… ποιος με ρωτάει. Το ομόφυλο ζευγάρι της διπλανής πόρτας που διεκδικεί μία θέση στον ήλιο; ή ο ακτιβιστής π.χ. που πιστεύει σε μία κοινωνία όπου τα αγόρια και τα κορίτσια θα πρέπει να είναι ελεύθερα να επιλέγουν τα ίδια το φύλο τους σε μία ώριμη ηλικία, στο όνομα πάντα της ελευθερίας του προσανατολισμού φύλου; (ναι, στις τάξεις των υποστηρικτών υπάρχουν και αυτοί. βλ. π.χ οργανώσεις τύπου «Ουράνιο τόξο»…)
Από την στιγμή λοιπόν που το κράτος αναγνωρίζει επισήμως ένα gay ζευγάρι ως ισότιμο ενός παραδοσιακού έστω και μέσω του συμφώνου, αυτομάτως ανοίγει την πόρτα σε: Γάμο, υιοθεσία, και δεν ξέρω τι άλλο (η αοριστία που λέγαμε…),οοολής της «εναλλακτικής» κοινότητας (LGBT). Αλλιώς μιλάμε εξαρχής για μερική ισονομία και πάει αλλού η κουβέντα. Αντιλαμβάνεστε τώρα γιατί δεν μπορώ εύκολα να απαντήσω στο πρώτο ερώτημα εφόσον δεν ξέρω τι θα μου ξεφουρνίσει αύριο ο ερωτών…Η Ευρωπαϊκή και η Αμερικανική ιστορία τέτοιων διεκδικήσεων το μόνο που σίγουρα δείχνουν είναι πως δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο ταβάνι.
Το πρόβλημα δηλαδή κατά την γνώμη μου είναι πως το gay κίνημα εκτός από πολύχρωμη σημαία έχει και εξαιρετικά πολύχρωμες διεκδικήσεις… Εδώ, είναι πιστεύω και η μεγάλη του διαφορά με άλλα ιστορικά κινήματα δικαιωμάτων όπως π.χ. Η γυναικεία ψήφος, ή τα δικαιώματα των μαύρων της Αμερικής: Δεν μιλάμε εδώ για εμμονικά στερεότυπα των διαφωνούντων, οι δίκαιες αιτιάσεις ήταν τότε σαφώς ορισμένες (όπως και οι συνέπειες τους άλλωστε) και τέλος στην υπόθεση τώρα εμπλέκονται και τρίτα απροστάτευτα πρόσωπα-τα παιδία…
Τώρα αν υπάρχουν gay άτομα που διαφωνούν κάθετα π.χ. με την υιοθεσία, ας το πουν επιτέλους βρε αδερφέ να διαχωρίσουν την γραμμή τους μην γίνονται και παρεξηγήσεις…
Συνεπώς, δεν είναι τόσο η φύση της ερώτησης που με πονηρεύει, όσο οι ακριβείς προθέσεις εκείνου που ρωτάει. Επιστρέψτε μου λοιπόν να κάνω και εγώ κάποιες φαινομενικά ακροβατικές, διόλου όμως απίθανες υποθέσεις: Με ρωτούν: «Αναγνωρίζεις την ισότιμη θεσμική αντιμετώπιση όλων των τύπων ζευγαριών από το κράτος;». 
Άρα, με ρωτούν επίσης: «Πως σου φαίνεται ένας άντρας που αρέσκεται να ντύνεται μονίμως σαν γυναίκα να παντρεύεται -κανονικότατα-έναν άλλον άντρα και κυρίως να υιοθετούν-κανονικότατα- παιδιά;»(σε αυτές τις δυο θέσεις ¨γονέων¨ μπορεί να βάλει ο καθένας ότι συνδυασμό φύλων θέλει ακόμα και για τα πιο extreme στερεότυπα, μιας και ουδείς έχει ποτέ αναφερθεί σε κάποιο όριο…)
Επίσης, μου ανακοινώνουν : « Ο 2,5 χρονών γιος σου που πήγαινε στον παιδικό σταθμό και μάθαινε το γνωστό τραγουδάκι : Σε αγαπώ μαμά σε αγαπώ μπαμπά, παππού γιαγιά κλπ. τώρα πλέον δεν θα ακούει αντίστοιχες αναφορές ούτε θα διαβάζει εκεί τα ομοφοβικά(;) παραμύθια των αδερφών Γκριμ και του Τριβιζά με τις βασιλοπούλες και τους πρίγκιπες για να μην νοιώθει άβολα ο Δημητράκης με τις λεσβίες μαμάδες του. Α, και ο 7 χρονών γιός σου που πάει στην πρώτη τάξη θα κάνει  την επιβεβλημένη δια νόμου γιορτή διαφορετικότητας για να καταφέρει να χωνέψει πως το αδερφάκι του που θηλάζει από την μαμά ανήκει σε μία μόνο από τις πέντε έξι  κατηγορίες οικογενειών που ανήκουν οι συμμαθητές του. Και για να μην ξεχάσω, εννοείται πως τα βιβλία της βιολογίας και της κοινωνιολογίας δεν θα είναι ποτέ πια όπως πριν». 
Και άλλα πολλά με ρωτούν και μου ανακοινώνουν έξαφνα όπως καταλαβαίνετε που μπορεί και να μην φαντάζομαι (πάλι επίκληση στην αοριστία που έλεγα πριν…). Και, ίσως όλα αυτά να φαίνονται κάπως συνομωσιολογικά, αλλά το γεγονός οτι δεν αποτελούν Ελληνική πραγματικότητα- ακόμη-, δεν σημαίνει οτι  δεν υπάρχουν:
Η θεσμοθέτηση της κρεβατοκάμαρας, και ΟΧΙ η ίδια η κρεβατοκάμαρα, ανοίγει τους ασκούς του Αιόλου, ειδικά όταν τίθεται πλέον το ευαίσθητο και βαθύτατα διχαστικό θέμα της ανατροφής των παιδιών. Έχουν δικαίωμα να κάνουν όσες έρευνες και κοινωνικά πειράματα θέλουν οι ψυχολόγοι και να δημοσιεύουν τις –πάντα μα πάντα βρε παιδί μου…- θετικές ενδείξεις αλλά έχω και εγώ το δικαίωμα να αμφισβητώ εντόνως κάθε βίαιη και ριζοσπαστική αλλαγή στην θεμελιώδη ανατροφή του παιδιού μου, που ναι, ένα μέρος της είναι στο κάτω-κάτω και δημόσιο αγαθό… Δεν είναι θέμα ηθικής και αξιών του κάθε Γονιού. Δεν πρόκειται απλά για μια μικρή αλλαγή στην διδασκαλία π.χ. της ιστορίας ή της γεωγραφίας, αλλά πρόκειται για… την ιστορία από την αρχή και δεν μπορείς να αφήσεις ένα τέτοιο ζήτημα στα κλειστά γραφεία του υπουργείου.
Επιστέψτε μου τέλος και κάποιες προσωπικές σκέψεις περί «διαφορετικότητας». Ο παραλογισμός του gay κινήματος έγκειται στο ότι στο όνομα της διαφορετικότητας επιδιώκει την …ομοιομορφία.  Ένα εναλλακτικό gay ζευγάρι παραμένει εναλλακτικό gay ζευγάρι όσο δεν επιδιώκει την πλήρη εξίσωση του με ένα straight ζευγάρι: Είμαστε gay, κομίζουμε κάτι εναλλακτικό και προοδευτικό, αλλά μεταξύ μας έστω υποσυνείδητα εγώ υποδύομαι τον άντρα και εσύ την γυναίκα(!). Θέλουμε λοιπόν και εμείς παιδιά για να ολοκληρωθεί η προσομοίωση. Για κοιτάξτε τα κοινά στοιχεία: Τρυφερότητα, στοργή, ανασφάλεια, ασφάλεια, αποφασιστικότητα, συναίσθημα, πως μοιράζονται ανάμεσα στους δύο; Και πως μοιράζονται συνήθως ανάμεσα σε έναν άντρα και σε μία γυναίκα; Θα εκπλαγείτε με την ταύτιση ρόλων! Δικαίωμα τους βέβαια, δικαίωμα μου και εμένα να το παρατηρώ… Συνεπώς είναι κάπως παράξενη η σύνδεση του νεφελώδους δικαιώματος στην διαφορετικότητα με την ισότιμη θεσμική αντιμετώπιση καθώς το ένα αναιρεί το άλλο.
Έπειτα, εντάξει, και εμείς ερωτευθήκαμε αλλά δεν τρελαθήκαμε, δεν παρελάσαμε γυμνοί στο Σύνταγμα, και δεν πλημυρίσαμε τα πρωινάδικά κραυγάζοντας και χαζογελώντας κομίζοντας μία κουλτούρα δήθεν πολύχρωμη και εγωκεντρική. Και μην μου πει κάποιος για πολίτες β’ κατηγορίας γιατί, ένα ζάπινγκ το μεσημέρι θα με φέρει μπροστά σε 100 υποκατάστατα του Φώτη και της Μαρίας (Φ&Μ live)μην τρελαθούμε… Ένας πολίτης β΄ κατηγορίας με τέτοια προβολή και κοινωνική αναρρίχηση; Τώρα αν υπάρχουν gay–και σίγουρα υπάρχουν πολλοί πιστεύω- που διαφωνούν με όλη αυτήν την κιτς εξουσιολάγνα αισθητική που τους εκπροσωπεί και κάποιες από τις απίθανες διεκδικήσεις της που απλώς εξοργίζουν την κοινή γνώμη, δεν έχουν παρά να βγουν και να το πουν. 
Παρεμπιπτόντως πολίτης δεύτερης κατηγορίας είναι η νεαρή μητέρα που εξαναγκάστηκε μετά από ψυχολογικό πόλεμο σε παραίτηση από τον εργοδότη της γιατί τόλμησε(!) να γεννήσει δεύτερη φορά…
Τέλος υπάρχει και το εξής απίθανο επιχείρημα: οι ετεροφυλόφιλοι αποτύχατε στην οικογένεια. Όντως (βλ. ποσοστά οικογενειακής βίας), αλλά δεν υπήρχε και κάποιο άλλο συγκρίσιμο δείγμα οικογένειας έτσι δεν είναι; Και λοιπόν; Αφήστε μας τώρα εμάς που ξέρουμε να αγαπάμε αλλιώς(;) να δοκιμάσουμε… την τύχη μας; Αυτό είναι επιεικώς «ετεροφοβικό». Δηλαδή το ότι απριόρι οι ομοφυλόφιλοι ξέρουν να δείχνουν μεγαλύτερη στοργή, ανθρωπιά, συναίσθημα κλπ μου μοιάζει συγνώμη κιόλας με κάτι θεωρίες περί καθαρότητας της φυλής ή του φύλου εν προκειμένω…  
Δύο-τρείς ερωτήσεις κρίσεως:
1) Η προαναφερθείσα απόλυση της μητέρας πόση σχέση έχει λέτε με την παγκόσμια υστερία επιβολής ενός προτύπου gay, χωρίς πολλά παιδία σκυλιά και άλλα μισητά βαρίδια για τον κραυγαλέα… Μητερο-παιδο-φοβικό καπιταλισμό;
2) Ο Καβάφης ή ο μεγάλος Όσκαρ Ουάιλντ (ομοφυλόφιλοι και οι δύο), θα ηγούντο ποτέ ενός σύγχρονου gay-pride;
3) Στην ερώτηση«Πως σου φαίνεται ένας άντρας που ντύνεται σαν γυναίκα να παντρεύεται -κανονικότατα- έναν άλλο άντρα και κυρίως να υιοθετούν-κανονικότατα- παιδιά;» Απαντώ: Το απεύχομαι. Είμαι πολύ ομοφοβικός γιατρέ; Πως μπορώ να γιατρευτώ; Με κάποια λοβοτομή ίσως;
 
Υ.Γ. 1: Στην τελευταία ειρωνική ερώτηση, προσέξτε τον φασισμό του πολιτικώς ορθού: Ένας νεοναζί που βγαίνει με το ρόπαλο τα βράδια γυρεύοντας gay ζευγάρια, εξισώνεται κάτω από την ομπρέλα του τρομερά γενικόλογου και απροσδιόριστου όρου «ομοφοβικός» με έναν π.χ. γονιό που προβληματίζεται εντόνως στην εισαγωγή των όρων γονέας Α΄ και Β΄ προς αντικατάσταση του Μπαμπά και της Μαμάς…
Υ.Γ.2: Στην τελευταία ερώτηση επίσης έχει το δικαίωμα ο καθείς να απαντήσει ότι θέλει. Αλλά έκτοτε το χάσμα μεταξύ ημών και υμών είναι όπως αντιλαμβάνεστε βαθύτατο οπότε και τα όποια δικαιώματα πλέον παύουν να είναι τόσο αυτονόητα όσο θέλουν κάποιοι να μας πείσουν ότι είναι: Επιτέλους ας προχωρήσουμε! Φωνάζουν. Συμφωνώ. Προς τα πού όμως;

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2016

Μήπως τους ξεχάσατε ΄Αγιε Πατέρα ?

Ενα Μοναστήρι ,στην Ατλας,ένας τόπος Αλγέρι,ένα Τάγμα Τραπιστές,ένα έτος 1966,ένα γεγονός ο αποκεφαλισμός όλων των μοναχών του Μοναστηριού ,ένοχοι οι Μουσουλμάνοι αδελφοί της GIA.Oι αδελφοί και πατέρες ,Celestin,Amedee,Christophe  \Paul Bruno Christian Michel,Philippe Luc Jean -Pierre,μάρτυρες από τους μουσουλμάνους φονιάδες μιας επαναστατικής δήθεν οργάνωσης .
΄Ομως και γράμματα ξέρουμε και ανάγνωση και αναφορικά με το Κοράνι λέγει : ,the nearest to the faithful are those say "we are Christians " .That is because there are priests and monks among them and bcause they are free of pride  " KORAN 5:82
Oμως ΄Αγιε Πατέρα μέσα σε αυτήν πληνθυσμικότητα και την επέλαση των μουσουλμανικών ορδών υπάρχουν και αυτοί που απορρίπτουν αυτή την περικοπή του Κορανίου.Και αυτοί ευρίσκονται μέσα στα Τζαμιά τους και τις ιερατικές σχολές,έτοιμοι να κατασπαράξουν τον απλό Χριστιανό πολίτη.
Εμείς σαν Χριστιανοί σεβάσθήκαμε αυτούς .Δεν πήγαμε στα εδάφη τους να σφαγιάσουμε πιστούς τους.Δεν βιάσαμε μοναχές δεν κάψαμε τζαμιά ,δεν αποκεφαλίσαμε ιερείς τους.
Πόσο εύκολα Αγιε Πατέρα ,με αυτούς συμπροσεύχεσθε!Πόσο εύκολα ξεχνάτε τους Μάρτυρες της Χριστιανοσύνης .Οι ψυχές τους πονούν.
Σήμερα και οι χώρα μας άνοιξε την αγγαλιά τους στίς ορδές των προσφύγων και εκβιάζεται από κάτι καθάρματα όπως ο Πρωθυπουργός της Ουγγαρίας και ο Αυστριακός Υπ.Εξωτερικών π..χ,και όμως μέσα σε αυτή την παραζάλη ,Αγιε Πατέρα είσθε αμμέτοχος.Σήμερα μέσα στο ζόφο και την εξαθλίωση που άλλα καθάρματα της Ε.Ε +ΔΝΤ ,επέβαλλαν ,εν τούτοις με αυτά τα πληγωμένα χέρια ,δίνουν το λίγο από το καθόλου που διαθέτουν για την ανακούφηση των δυστυχισμένων μεταναστών.
Τι άλλο μπορούμε να πούμε.
Και σε σένα Αρχιεπίσκοπε κ.Σπιτέρη που έχεις λησμονήσει τον Θείο Λόγο πνιγμένος στα διαχειριστικά σου Επισκοπικά καθήκοντα διάβασε και ενέσκυψε στον Λουκά 17,3-4 "Εαν σου κάνη κακό ο αδελφό σου,να τον επιτιμήσης και εαν μετανοήση συφχωρησέ τον 4 και αν επτά φορές την ημέρα σου κάνη κακό και επτά φορές την ημέρα επιστρέψη σ΄εσενα και σου πή ,Μετανοώ ,συγχώρησέ τον "
Παρα ταύτα βρώμισες την ψυχή σου με μίσος ενάντιά μας,και σου πέφτει πολύ ο Θείος Λόγος.
Ακόμη και ληστής,είναι άμεσα διδακτός ααπό το ΄Αγιο Πνεύμα -Α!Ιω.2,27 -ομολογεί ενώπιον του Κυρίου την αμαρτωλότητα του .Μα όχι ο βιαστής ο φονιάς κατέπανάληψη ΄.-
Εχουμε τόσα παραδείγματα αγάπης και αφοσίωσης ,.
Σκεφθείτε πώς ο Χριστός ποτέ δεν εβάπτισε ( Ιω 4,2),μήτε εξομολογούσε κανέναν,μήτε άφεση αμαρτιών απαιτούσε για να πάρουν το σώμα και το αίμα Του.΄Ηταν ο ελάχιστος των ελαχίστων και ήταν ο Υιός του Θεού.
Αυτά να τα σκεφθείτε δεσποτάδες και παπάδες που ξεχάσατε τον Θείο Λόγο ,την Αγία Γραφή.
Αυτά τα λίγα και ανάμεικτα ψήγματα σκέψης για σας σας τους απλούς σκεπτόμενους...

Χ.Γεώργιος ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Αρχιεπίσκοπος

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

Για την Πατρίδα μας και μόνο:Ζήτω η Μεγάλη Ελλάς

Αποτέλεσμα εικόνας για τομσεν
Για κοιτάξτε ,ενα αυτοδημιούργητο  σίχαμα,που μηχανεύεται μύριους τρόπους και τεχνάσματα ,για να εξαθλείωσει και να καταστρέψει την Μεγάλη Ελλάδα και το τον αδούλωτο -υπερήφανο λαό της.
Και αυτόν τον έφερε ,εκείνο το ανίκανο υποκείμενο ο Γεώργιος Παπανδρέου.
Που είναι η Εθνική μας υπερηφάνεια ;Που είναι η περίλαμπρη ιστορία μας;
Πώς τολμίσατε καθάρματα της δήθεν πολιτικής να ξεπουλίσετε ,την Μητέρα Πατρίδα;
Ελληνες Πατριώτες ,γρηρορείτε !
Ηρθε η ώρα,ξεσυκωθείτε,όχι ο ένας ενάντια στον άλλον,αδελφός στο αδελφό.Αλλά όλοι μαζί ενάντα στον δυνάστη.Γράψτε στα παλιά σας παπούτσια το Ευρώ τους.Μην φοβάστε.Δεν θα γίνετε φτωχότεροι απ΄ότι είσθε.
Η ,λεγόμενη Ε.Ε στα χέρια των φασιστών -Ναζιστών και αλητών είνα μια κάστα του Σατανά.Μην τους αποδέχεσθε.Αφήστε τις πολιτικές αντιπαλότητες .Μια είναι η ιδεολογία :η Πατρίδα και ο Ελληνισμός
Πάρτε την τύχη της χώρας στα χέρια σας.
Είναι πλούσια η πατρίδα μας και φτωχή σε πολιτικούς .Μόνο πολιτικούς μαλάκες έβγαλε η ζωή μας.
ΙΤΕ ΠΑΙΔΕΣ  ΕΛΛΗΝΩΝ

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016

Αξιότιμε κ.Τσίπρα

 Αξιότιμε κ.Τσίπρα
Σήμερα με σαφή την λαϊκή οργή,από όλες τις πολιτικές πλευρές ,με έναν χείμαρο συμπολιτών ,που σας δηλώνουν :Μέχρι εδώ -φύγετε !
Θα έπερεπε με την μεγίστη σαφήνεια να κάνετε δημοψήφισμα και όχι με έκείνο το ασαφές και ανόητο και εκ του πονηρού ΝΑΙ-ΟΧΙ δηλ.ΝΑΙ και πιθανόν ΟΧΙ ως ακολούθως :
1.Θέλετε το ασφαλιστικό -φορολογικό Νομοσχέδιο ?
2.Θέλετε τα περίφημα hot spot ?
Kαι άν πάρετε περίπου 4% που είναι η καθαρή δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ να είσθε ευχαριστημένος.
Επίσης απευθύνομαι και σε σας κ.Δραγασάκη,εσείς που επι μακρόν θητεύσατε στην Αριστερά και δή την Κομμουνιστική,έτσι φαίρονται στον λαό ,με καταπίεση με ξύλο ,με ψέμματα ,με αθέτηση λόγων και υποσχέσεων,με εθνικό διασυρμό κ.α?
Τι σοϊ αριστερός είσθε κ.Δραγασάκη.Καλά ο κ.Τσίπρας είναι νέος άπειρος ,εσείς ο μπαρουτοκαπνισμένος ?Δεν ντρέπεσθε ?Τι παρακαταθήκη θα αφήσετε στα εγγόνια σας?
Τι πράγματα είναι αυτά.΄Εχετε αφήσει την χώρα ακυβέρνητη ,κομμένη τα τρία.Ο κόσμος φοβάται ,τρελλαίνεται .Τα χρήματα λιγοστεύουν .Ιδού το απτό παράδειγμα του μακελάρη  και ανίκανου ΓΠαπανδρέου ,που ούτε την οικογένειά του δεν μπόρεσε να διαχειρισθεί όχι το κόμμα του και την πατρίδα του.Από τα ύψη του 44% έπεσε στον πάτο-ακολουθείτε εσείς.
Και για τις πράξεις αυτές σας περιμένει και η τιμωρία και η περιφρόνηση.

Τέλος σε όλον τον πολιτικό κόσμο.΄Ολοι εσείς ευθύνεσθε για την κακοδιαχείρηση και πρέπει να πληρώσετε.
Επι τέλους αφήστε ότι απόμεινε από την δόλια την Πατρίδα

Χ.Γεώργιος Παπαθανασίου
Αρχιεπίσκοπος
First Sunday of Lent


The Gospel for this first Sunday is Luke 4:1-13. Luke was writing for a largely non-Jewish audience and  has a marked interest in the role of women and the condition of the poor. In this passage Jesus is led by the Spirit into the wilderness and undergoes the classic testing of his character – facing the demands of the ego for self-sufficiency and self-importance, demands that he sees through and thus becomes free to embrace his true self and his mission.

Jesus full of the Holy Spirit returned from the Jordan and was led by the Spirit into the wilderness, where for forty days he was tempted by the devil. He ate nothing at all during those days and when they were over he was famished. The devil said to him, ‘If you are the Son of God, command this stone to become a loaf of bread….When the devil had finished every test he depart from him until an opportune time.

For the week ahead there is plenty to reflect on here. It’s worth comparing with Mark’s simpler and more concise account and even memorising. What does ‘the Spirit’ mean? Have you ever felt him, it or she ever drive you to do anything? Have you ever felt you should have done something but failed or refused to for fear or doubt? If not, skip to the next question.

What might ‘the desert’ symbolise for you? In Israel, that tiny and endlessly troublesome state, the relatively small Judaean desert is not far from Jerusalem but is certainly dry and leads down to the Dead Sea. Where have your dry periods been? Maybe they were not of your choosing. But it’s not unknown either for people to want to detach from an over-abundance of watering – to get away from the media, from work, from crowds or from the phony phantoms of one’s self. What was it you were looking for then? In meditation are you looking for that quality of truth that you find in the desert or for just another kind of watering?

‘Tempted by Satan’ might be translated as ‘pushed to one’s limits’ – where we don’t want to go in case we fall off the edge of the known world. Have you ever touched your limits?

The ‘wild beasts’ that Mark mentions come out at night, from the cupboards of the unconscious. Once faced they shrink away and disappear and all the force they carried accrues to you for good.  Having pierced through the bonds of illusion and found his true self, Jesus returns to the world and delivers what he has to say simply and incisively. There is urgency, immediacy, an unhoped-for hope, an unambiguous call to a change of mind.

Within the forty days, our brief forays into the desert of meditation can reveal surprising and wonderful discoveries. We fear the big surprises of life – like a change of mind. But what if, after all, there was nothing to fear in the desert or anywhere else? Nothing to lose except our limitations?
  with love
X.Georges PAPATHANASIOU
Archbishop

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Εξαιτίας του φόβου,...

Για μερικούς βράδυασε νωρίς.Σήμερα διάφορες πολιτικές,μανιφέστα της βλακείας,καταρράκωσαν το λίγο που απόμεινε ,μετά από πολέμους ,απειλές από τους γείτονες,πείνα και καταστροφή.
Ο μέσος πατριώτης βίωσε και βιώνει το θάνατο,το παράλογο,την δικαιοσύνη με ξύλινα πόδια,την εξέγερση,την απομόνωση,το ήλιο ,την πονεμένη μάνα ,τον χαμένο πατέρα ,τον αυτόχειρα,....
Δυστυχώς η γραφή μου εγκαταλείπει τις μυθιστορηματικές συμβάσεις και προσπάθειες.
Κατάντησε ο άνθρωπος ένα "κλουβί γεμ΄το αίμα και ζέστη " σύμφωνα με την μεταγενέστερη έκφραση του Camus,όμως ο αδικοχαλασμένος πατριώτης,κρύβει μέσα του ένα αγρίμι που ενώ δεν εκφραζόταν με αντίδραση σήμερα ,μετά από επτά και βάλε χρόνια πολιτικής μαλακίας ξεσηκώνεται.
Εμείς πρέπει επιτέλους να παύσουμε να είμαστε ξένοι με τους εαυτούς μας,...
Ο πατριώτης έλληνας βιώνοντας την αντίφαση πόθου και συνείδησης,ζητά ένα δίκιο ,αυτό που κάποιοι νερόκωλοι της Ε.Ε προσπαθούν με τα ναζιστικά τερτίπια να ρημάξουν τις φαμίλιες,τα παιδάκια ,τα νειάτα ,....Δεν είναι δυνατόν ,αφήνοντας πίσω τα όνειρα και τις φιλοδοξίες της νιότης ,να πιστεύουν ότι ο πόθος για ζωή δεν κλείνει μέσα ,μια υπόσχεση ευτυχίας,αυτήν την ευτυχία που οι μαλάκες της Ε.Ε ,τροϊκες και κουαρτέτα πολεμούν να μεταβάλουν σε δυστυχία ,οπότε όλα τα καλούδια της Μεγάλης Ελλάδας να γίνουν ,...ντιπ παρά.
Αντίθετα σήμερα οι οιμωγές  μόνο πόνο γεννούν και ενώ υπάρχει μόνο ,...,το Σύμπαν,ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να βιώνει το διχασμό,και αυτό είναι το ατού του δυνάστη.
Και δυστυχώς  αυτός ο διαρκής θάνατος δεν είναι και μόνο και παρά η οικουμενική απόδειξη αυτής της αλήθειας,και σε αντίθεση με τον άνθρωπο-θύμμα  η κοινωνία εγγράφεται στο ενιαίο γίγνεσθε ( sic!)
Kαι μεταξύ ενός φωτός που μερικούς φωτίζει και άλλους καίει, ονειρεύομαι να ταυτιστώ με τις πέτρες,"να γίνω ένα με τούτο το καυτό και όλο απάθεια σύμπαν που πετά το γάντι στην ιστορία και τις αναταραχές της,..."Εχω τρωθεί ανεπανόρθωτα.Αρνούμαι την ανθρώπινη υποστασή μου και με αδιαφορία πολλές φορές  ,απαντώ στην ανυπαρξία του μέλλοντος.
Μου είναι εντελώς αδύνατο να αγγίξω το μηδέν,μητε να αγγίξω το απόλυτο.
Δεν είναι η ζωή μας καταδίκη ,γιατί έχουμε σκοπό και ένα Χριστό που μας αξίζει.
Είμαστε Ελληνες,με τον Σισυφο τον Οιδίποδα ,αλλά πρώτα τον Χριστό "αθώος όπως ο πρίγκηπας Μούσκιν ,... ενας "ηλίθιος" επίσης,όπως θα τον χαρακτήριζε ο Σάρτρ,αλλά αυτοί φαινομενικοί άνθρωποι χωρίς συνείδηση.
Και είναι τραγικό ,είναι αποκάλυψη,.....να βλέπουμε στο πρόσωπο ενός Χριστού δίχως Θεό,με το βλέμμα στραμμένο στη γή,με το πύρινο στιλέτο καρφωμένο πάνω του;Ενας Χριστός χωρίς διδασκαλία,μια διαχεόμενη εικόνα Του.
Και μέσα στον σακατεμένο έλληνα πατριώτη από τα βέλη του δυνάστη,ξεπροβάλλει ο  Χριστός ,που τόσο πόνο κουβάλησε στη καρδιά του ,και δείχνει τον δρόμο του κουράγιο και της προσμονής και μιλούμε για ένα Χριστό-άνθρωπο στο πόνο και την απελπισία  έναν Χριστό μονο άνθρωπο.
Και διαβαίνουμε αυτόν τον προχαραγμένο δρόμο μέσα σε φωνές οργισμένες ,με ουρλιαχτά ,για τί αυτές οι πολιτικομαλακίες τελειωμό δεν έχουν και μιλώ και γραφώ σκληρά και παίρνω εκφράσεις υβριστικέ ς-άπρεπες για ένα κληρικό ,μα δεν υπάρχει άλλη λεκτική αντικατάσταση με άλλες λέξεις και ορισμους και τέτοια και άλλα.
Και εμείς άλλοι νευρωτικοί με το δίλημμα αναμέσα στην ανικανότητα για αγάπη και άλλοι αδιαφοροι μα και άλλοι τρυφεροί ζητούν ,μια δίοδο μέσα από την πέτρα -αυτήν την καυτή πέτρα που ο Camus αναφέρει,...
Ετσι λοιπόν μέσα σε ελεγε'ιες και άλλα ακατανόητα ,τελείωνω αυτό το κείμενο που με βάρος τόγραψα ,γιατί οι πολιτικοί αυνάνες ,με ανάγκασαν.
Και γιατί μια Ευρώπη τα κάνει σκατά ,και θέλει να μας διαλύσει σαν κοινωνική οντότητα ,γιατί πολλά έχουμε στην φαρέτρα μας και με το μυαλό και δεινότητα γινόμαστε απειλή για τους μαλάκες της Ε.Ε
 Πάντα δικός σας
Χ.Γεώργιος Παπαθανασίου
Αρχιεπίσκοπος


Η παράδοση, εάν είναι ανοιχτή, στραμμένη και με σκοπό την παγκόσμια μεταμόρφωση, οφείλει να προαγάγει έναν ευαγγελισμό της κοινωνίας και του πολιτισμού. Για να εξηγήσουμε την Ιστορία, θα πρέπει να επεξεργαστούμε μια διαλεκτική της Ενσάρκωνσης, μια διαλεκτική του ανθρώπου που να γίνεται σεβαστός σε όλες τις διαστάσεις του, της γης αλλ’ επίσης και του ουρανού. Μια διαλεκτική κοινωνικοοικονομική, αλλ’ επίσης της χαράς, της ομορφιάς, της λατρείας. Μια διαλεκτική της οποίας το κέντρο δεν μπορεί να είναι παρά το πρόσωπο σε σχέση (=κοινωνία). Έχουμε ανάγκη από ένα ορθόδοξο Σολινταρόνσκ: Καθώς έλεγε ο Ιγνάτιος ο Ν. Αντιοχείας κατά την διάρκεια του περάσματός του από το Παρίσι, πρέπει να πάμε πιο μακριά από τον Μαρξ, τον Νίτσε και τον Φρόυντ: δια μέσου μιας απελευθέρωσης όχι μόνο κοινωνικής αλλά καθολικής, δια μιας δημιουργίας που φωτίζεται από τη χαρά του βασιλείου του Θεού, δια μιας επιθυμίας τελικά αποσπασμένης (χειραφετημένης) από τον θάνατο!
Πρέπει να βρούμε μια καινούργια γλώσσα, άμεση, συμπαγή, παραβολές για την τρίτη χιλιετηρίδα, μια γλώσσα για τους «έξω», και σχεδόν όλοι είναι έξω από την εκκλησία σήμερα ιδίως ανάμεσα στους νέους (και ωστόσο καλύτερα! πρόκειται για ψυχές εύπλαστες που θα ανακαλύψουν το ασύνηθες του Ευαγγελίου). Αντίθετα, η νεοπατερική θεολογία έχει δομηθεί για τους «μέσα στην εκκλησία». Σήμερα όμως, είναι σχεδόν ακατανόητη για τους έξω. Ας μιλήσουμε διαφορετικά. Πρέπει να μιλήσουμε για την αγάπη, για τον θάνατο, για την ανάσταση. Για την ομορφιά και για τα πρόσωπα· για την αγωνία και την χαρά. Για την ελευθερία και την ζωή. Για το ασυνήθιστο μέσα στο συνηθισμένο. Για το υπερλογικό μέσα το λογικό. Η θεολογία θα είναι μια ποιητική ή δεν θα είναι τίποτε (ή τουλάχιστον δεν θα είναι τίποτε περισσότερο από μια τέρψη-διασκέδαση για «αστούς τω πνεύματι»). Μια αληθινή ποιητική, όπου αναπνέει (=ζει) κανείς το πνεύμα. Γι’ αυτό χαιρετώ με αναγνώριση την τελευταία εργασία του Χρήστου Γιανναρά «Το αλφαβητάρι της πίοτης» – αν και δεν με βρίσκει σύμφωνο η “διατριβή” του ενάντια στον «δυτικό άνθρωπο».
Θα έπρεπε τελικά να πάψουμε να σκεφτόμαστε την ορθοδοξία ενάντια, κατ’ εξοχήν αντιθετικά προς τη δύση, προς τον καθολικισμό. Πολλοί σύγχρονοι ορθόδοξοι θεολόγοι έχουν γίνει δον κιχώτες (= κατέχονται από μία τάση δονκιχωτισμού) οι οποίοι με το ξίφος καταστρέφουν ανεμόμυλους, θέλω να πω ότι έχουν φτιάξει μία Δύση, μία Ευρώπη φανταστική (ξεχνώντας εξ’ άλλου ότι η Ευρώπη δεν ταυτίζεται κατ’ ανάγκην με την Δύση). Έφτασε λοιπόν ο καιρός να αποπειραθούμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλο, με σεβασμό στήν ιδιαιτερότητα του καθενός, με λίγη έστω αλλ’ ανιδιοτελή αγάπη, και όχι με την εκ των προτέρων διαμορφωμένη θέληση να υποτιμήσουμε τον άλλο. Ο καιρός έφτασε να καταλάβουμε τον άλλο για να μας καταλάβει και μας, και να μπορέσουμε έτσι να μαρτυρήσουμε το ουσιώδες, ένα ουσιώδες το οποίο μάς κάνει τους ίδιους να βρισκόμαστε αδιάκοπα εν μετανοία. Ο καιρός έφτασε να συγχωρήσουμε και να ζητήσουμε συγχώρεση. (Για την Πεντηκοστή του 1984, ένα τεράστιο πλήθος δυτικών προσκυνητών έφτασε στήν Ιερουσαλήμ να ζητήσει συγγνώμη από τον ορθόδοξο πατριάρχη, που το ευλόγησε λέγοντας: «Είναι η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου». Δια μέσου τού δυτικού λυρισμού γίνεται μια προσπάθεια να βρεθεί κάποιο πράγμα – και είναι αυτό ακριβώς που οφείλουμε να ψάξουμε.)
 Εφ’ όλων τών σημείων, η ορθόδοξη εκκλησία που μού φαίνεται σήμερα [1985] η πιό δημιουργική (εκτός από την ρωσσική εκκλησία, όπου τόσα πράγματα τυγχά­νουν ουσιαστικής επεξεργασίας και που δέν τά ξέρουμε) θα μπορούσε να είναι τό Πατριαρχείο Αντιοχείας. Κοινωνική μέριμνα, με μυστηριακή προοπτική, της κίνησης της ορθόδοξης νεότητας, και αυ­θεντική παιδαγωγική συλλογιστική ικανή να εξηγήσει την ψυχανάλυση διά της παραδοσιακής άσκησης, μιας άσκησης [ασκητικής] κατ’ αυτό τόν τρόπο κεκαθαρμένης. Ζωηρότατο ενδιαφέρον του Πατριάρχη και συγκεκριμένων από τους επισκόπους του για μια ανανεωμένη λειτουργική έκφραση. Τρόπος σκέψης οι­κουμενικός χωρίς σχετικισμούς, αλλά βαθύτατος, με προοδευτική  αναδιάρθρωση της ενότητας του πατριαρχείου. Διάλογος σε βάθος με το Ισλάμ, που απαιτεί επί πλέον σκέψη με έναν τρόπο περισσότερο σημιτικό πάνω σε ορισμένες θεολογικές εκφράσεις. Άνοιγμα στο επαναστατικό κίνημα του τρίτου κό­σμου, εμπνευσμένο από τη μη-βία (άρνηση κάθε βίας) του Ευαγγελίου. Αλλά και άνοιγμα προς τους ποιητές, τους καλλιτέχνες, όλους που προσπαθούν να εκφράσουν το πάθος ενός λαού... Ο Ιγνάτιος ο IV, ο Ζώρζ Κχώντρ έχουν διαμορφωθεί στο Παρίσι, στο Ινστιτούτο Άγ. Σέργιος. Ενώνουν την σταθερότητα της νεοπατερικής σύνθεσης και τον προφητικό χαρα­κτήρα της ρωσικής φιλοσοφίας, με σκοπό να δώσουν απαντήσεις στα πιο συνταρακτικά προβλήματα του σύγχρονου πολιτισμού...
Κατ’ αυτόν τον τρόπο καθορίζεται επακριβώς η απάντησή μου στο τέταρτο ερώτημα: αντλώντας από την ευαγγελική πηγή, απελευθερώνουμε το πνεύμα των πατέρων από ένα συγκεκριμένο ιστορικό περιεχόμενο: προσπαθούμε να δώσουμε δύναμη σε αυτό το πνεύμα μέσα σ’ ένα σύμπαν που δεν είναι αυτό του Πτολεμαίου, ούτε της στωικής ιατρικής, ή της μανιχαϊκής ανθρωπολογίας αλλά αυτό του Αϊνστάιν και του Πριγκοτίν, του Αακάν, του Μαρξ, και του Χάγιεκ, των «μαύρων οπών» μέσα στο απύθμενο βάθος του κόσμου μας, όπως στο απύθμενο βάθος της ψυχής μας. Που δεν είναι πλέον ο μοναδικός κόσμος της μεσογείου θαλάσσης, αλλά ο πλανήτης, με τις ιδεολογίες του και τις θρησκείες του, με την Ινδία και την Κίνα και την Αφρική και τις δύο Αμερικές!
Αφού είπαμε αυτά, προκύπτει ότι η σκέψη των πατέρων παραμένει η διαρκής αναφορά μας: Σκέψη ταυτόγχρονα θεωρητική, λειτουργική, βασισμένη στις γραφές και κοινωνική (μαζί με μια τόλμη, ένα θάρρος σ’ αυτόν τον τελευταίο τομέα που μας ελευθερώνει από κάθε στατικότητα – γιατί η «γη δεν ανήκει παρά μόνο στο Θεό»). Οι Πατέρες μεταμόρφωσαν τον ελληνικό τρόπο σκέψης και σύλληψης μέσα στη δοκιμασία της βιβλικής αποκάλυψης για να εκφράσουν στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, δηλαδή σ’ αυτό της τριαδικής ζωής, το μυστήριο του προσώπου και του έρωτα (είναι ένα σημείο που ο Βλαδίμηρος Λόσσκυ έχει αξιόλογα φέρει στο φως). Έχουν δείξει στην ενσάρκωση του Θεού και τη θέωση του ανθρώπου αυτό το νόημα της δημιουργίας (σκέφτομαι ιδιαίτερα τις δυνατές χριστολογικές συνθέσεις του Μαξίμου Ομολογητού). Έδειξαν ότι ο Λόγος, προσλαμβάνει τη σύνολη ανθρωπότητα, μας συναντά στο πιο τραγικό σημείο της κατάστασής μας (ο Θεός υπέφερε τον θάνατο στο βάθος στη σάρκα) για να νικήσει με τρόπο φιλάνθρωπο τον θάνατο και την κόλαση και να μας μεταδώσει το «ζωοποιούν Πνεύμα»: Είμαστε εδώ μακριά από κάθε τρομοκρατική σύλληψη του Θεού, από κάθε θλιβερή αντίληψη της σωτηρίας. Η θεϊκή δόξα (αυτή που ο Παλαμάς όφειλε να ονομάζει οι «ενέργειες) προσλαμβάνει και μεταμορφώνει την ίδια την ύλη, γεγονός που τονίζει η Θεολογία της εικόνας, θεμέλιο ενός πιθανού ευαγγελισμού της τέχνης. Η ομορφιά είναι ένα θεϊκό όνομα, που στον Χριστό έγινε θεανθρώπινο, και είναι αυτή, κατά τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη που παράγει κάθε σχέση-κοινωνία. Θα μπορούσα να συνεχίσω αρκετά ακόμη, όμως θ’ αναφέρω την προσέγγιση του μυστηρίου από την αποφατική αντινομία του Απροσίτου και του Εσταυρωμένου, και την προσευχή για την καθολική σωτηρία, κατά την μαρτυρία και επιβεβαίωση από τον Αγ. Γρηγόριο Νύσσης έως τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη και τον Ισαάκ τον Σύρο. Δεν μπορεί να είναι κανείς ορθόδοξος χωρίς να εμφορείται από το πνεύμα των πατέρων.
Εξ άλλου, έχουν αναδειχθεί πατέρες σ’ όλες τις εποχές (όλος ο κόσμος συμφωνεί για τον Παλαμά, τον Καβάσιλα και τον Σέργιο του Ραντονέζ τον 14ο αιώνα). Και η κλήση των Πατέρων δεν είναι να έχουν υιούς που τους επαναλαμβάνουν αλλά που τους συνεχίζουν πιστά, δηλαδή κατά τον ίδιο αλλά και διαφορετικό τρόπο ταυτόχρονα, για να γίνουν κι αυτοί πατέρες με τη σειρά τους. Κάθε θεολογική και εκκλησιαστική πατρότητα βρίσκεται ριζομένη στή θεϊκή πατρότητα, που είναι πατρότητα ελευθερίας, θυσίας και προσφοράς και που μόνο το Πνεύμα δωρίζει.
Η παρουσία των Χριστιανών στήν κοινωνία είναι μία πραγμαγικότητα, μία πραγματικότητα που δεν πρέπει να μείνη άκαρπη, παραλυμένη από τον φόβο, την αδιαφορία, τον συντηρητισμό. Αλλά πρέπει κατ’ αρχήν να κατανοήσουμε ότι ο τρόπος και η δραστηριοποίηση της Χριστιανικής παρουσίας προσλαμβάνει κατ’ ανάγκη ποικίλες μορφές.
Γενικά, ο Χριστιανισμός σήμερα, αν έχει το κουράγιο και τη δύναμη να αναγγείλει το Θεό σαν την ελευθερία, τη χαρά, το νόημα και την ανάσταση του ανθρώπου, εργάζεται για να θεραπεύσει την πνευματική νεύρωση από την οποία πάσχει ο πολιτισμός μας – ένας πολιτισμός διαβρωμένος από το μηδέν. Αυτή η νεύρωση προσδίνει ένα χαρακτήρα παροξυστικό και ειδωλολατρικό στην παρούσα άσκηση της πολιτικής, καθώς και μια όψη σχεδόν αυτοκτονίας στην απάτη-διάψευση κάθε ελπίδας που είναι αποτελέσματα αναπόψευκτα μιας παρόμοιας άσκησης της πολιτικής.. Τίποτε δεν είναι πιο σημαντικό για την βαθύτερη υγεία μιας κοινωνίας από την παρουσία μέσα σ’ αυτή ατόμων και κοινοτήτων που την υπερβαίνουν και την κάνουν να ανασάνει πέρα από τους περιορισμούς της και τη μοίρα της – και αυτό είναι δυνατό χάρη σε μια ποιητική, μια συμβολική και τελικά μια εμπειρία της υπερβατικότητας.
Μέσα σ’ αυτή την προοπτική έρχεται κατ’ αρχήν ο ρόλος των μοναχών (και κάθε ψυχής της προσευχής και της θεωρίας, όπως ένας άρρωστος στο νοσοκομείο, ένα μικρό κορίτσι η ένας άγνωστος γέροντας). Οι μοναχοί, και οι μοναστικές ψυχές, είναι οι προφήτες και οι μάρτυρες ενός βασιλείου όπου δεν υπάρχει θάνατος, μιας ύπαρξης που δεν έχει έσχατη απόληξη τον θάνατο μα την ανάσταση. Ανάμεσα τους εμφανίζονται πατέρες που δεν ασκούν μια καταναγκαστική εξουσία αλλά προβάλλουν μια αυθεντικότητα (authorité) που ελευθερώνει. Η λέξη authorité προέρχεται από λατινικό ρήμα που σημαίνει «προκαλώ την αύξηση του μεγέθους κάποιου πράγματος» – γνωρίζω να αποκαλύπτω όλη τη ζωή για να προβάλλει πλέρια, ολόκληρη η ζωή μπροστά μας και μέσα μας. Eκεί βρίσκεται τελικά η υπέρβαση της διαλεκτικής του αφέντη και του δούλου, που δημιούργησε από το πιο μεγάλο μέρος των σύγχρονων δυτικών «εξεγερμένα ορφανά»...
Κατόπιν έρχονται οι εκκλησιαστικές κοινότητες, των οποίων η προσευχή – όπως και των μοναχών – καλύπτει τον κόσμο. Αυτές οι κοινότητες (για παράδειγμα οι ενορίες, οι συντροφιές νέων χριστιανών στα πανεπιστήμια) όφειλαν να είναι οι τόποι μιάς ειρηνοποιού αγάπης, ενός καλοσωρίσματος και μιας φιλίας χωρίς ιδιοτέλεια, μιας αλληλοβοήθειας εκτεινομένης μέχρις ενός αληθινού κοινωνικού μοιράσματος. Μέσα σε μια κοινωνία απειλούμενη από εξάρθρωση (της ύλης και των σωμάτων) και συχνά αρρωοτημένη βαριά (από τις μεγαλουπόλεις της μοναξιάς, τη βία και τα ναρκωτικά, τις πεινασμένες φαβέλλες – φτωχές πόλεις εργατών στον τρίτο κόσμο – τις μεταστάσεις του Γκουλάγκ...)
Οι χριστιανικές κοινότητες οφείλουν να γίνουν οι τόποι κάθε ευχαριστιακής επανένταξης, όπου ο καθένας μαθαίνει και εμβαθύνει σε μια διαφορετική σχέση, λειτουργική αν θέλετε, με τα όντα και τα πράγματα – οι τόποι όπου βιώνεται η επικοινωνία και απ’ όπου αυτή διαχέεται. Οι άνθρωποι πρέπει να βγαίνουν προς τα έξω περισσότερο συνειδητά υπεύθυνοι, με σκοπό να αναλάβουν τα καθήκοντά τους, κοινωνικά και πολιτικά. Εάν ο πολιτισμός της «κοινωνίας-σχέσης». αποτελεί την ουτοπία μας, πρέπει να βρει από τώρα το υποδειγματικό μέρος του, το τόσο παρήγορο, μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα.
Κατά τρίτο έχουμε τη διακριτική παρουσία αυτών που θα αποκαλούσα «απιδιορθωτές» της ύπαρξης. Όλων αυτών που μέσα στην καθημερινή ζωή ακούραστα ανασχηματίζουν το φόρεμα της ύπαρξης που φθάρηκε από την εντροπία [δύναμη ακαταστασίας και αποδιοργάνωσης], που σχίστηκε από τις δυνάμεις το μηδενός. Όλων αυτών που είναι ικανοί μιας αληθινής ομορφιάς, μιας ομορφιάς μη-ιδεολογικής, μιας ομορφιάς που μεταδίδει «το κουράγιο για την ύπαρξη». Αυτοί είναι οι «κεκρυμμένοι δίκαιοι» περί των οποίων ο Αβραάμ συνομιλούσε με τον Θεό και χωρίς την παρουσία τους ο κόσμος δεν θα υπήρχε.
Περιβαλλόμενοι από ένα τέτοιο «νέφος μαρτύρων», πεπεισμένοι στην άσκηση της ιερωσύνης τους, βασιλικής και προφητικής, οι χριστιανοί οφείλουν να δεσμεύωνται κατ’ ευθείαν μέσα στην πολιτική.
Αρμόζει στους χριστιανούς να κάνουν μια ακριβή εκτίμηση, μια δίκαια τοποθέτηση των σχέσεων μεταξύ χρονικού και πνευματικού (δηλαδή υπερχρονικού) – απο­τελεί την πρώτη μορφή εκλαΐκευσης, και είναι απαραίτητη. Τό πνευματικό περιορίζει τό χρονικό, πρέ­πει επίσης και να το εμπνέει. Ένας χριστιανισμός μετα-ιδεολογικός περιορίζει το πεδίο της πολιτικής, εκφράζει, απέναντι στο κράτος, την κοινωνία των πολιτών στις υψηλότερες αξίες της και την ικανότητά της για αυτοδιαχείρηση (αρχίζοντας από την οικογένεια), φυλάττει το χώρο της ελευθερίας του πνεύματος διακρίνοντας το βασίλειο του Θεού και το βασίλειο του Καίσαρα – εάν είναι ανάγκη και με το μαρτύριο. Ένας χριστιανισμός «μετα-ιδεολογικός» είναι εξ ορισμού μη-ολοκληρωτικός: η ιδεολογία εξηγεί και μειώνει, ο χριστιανισμός ανακαλύπτει στον άνθρωπο ένα πρόσωπο αμείωτο, ανεξήγητο, που δεν μπορούμε να το προσεγγίσουμε παρά με μία στάση σεβασμού απεριόριστου. Οι χριστιανοί πρέπει λοιπόν να υπερασπίζωνται την δημοκρατία σαν «κράτος δικαίου»: το δίκαιο είναι ένα «δίκτυο ασφαλείας» που διασφαλίζει τον σεβασμό των προσώπων. Η προσπάθεια για να πληθύνουμε τις καταστάσεις που ευνοούν την κοινωνία – ή τουλάχιστον τη ζωντανή επικοινωνία, την ατομική άσκηση. Πρέπει να είναι κανείς «νομικός» προτού γίνει «πνευματικός». Η εκκλησία θα μπορούσε να είναι σήμερα η μόνη αληθινή εγγυήτρια των δικαιωμάτων του ανθρώπου, εφ’ όσον ο άνθρωπος, πέρα από τους περιορισμούς «ατο το κόσμου» είναι η απροσπέλαστη «εκόνα τοΘεο».
Μέσα σε τούτες τις προοπτικές, πρέπει να καθορίσουμε αυτή τη διαλεκτική της ενσάρκωστης που επικαλέστηκα προ ολίγου, προσφέροντας στους εαυτούς μας τα απαραίτητα διανοητικά όργανα για να ενεργήσουμε με ένα τρόπο σαφή και ρεαλιστικό στις ποικίλες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές περιοχές. Να ορίσουμε καθαρά τα ηθικά και πνευματικά προαπαιτούμενα της σκέψης μας: η αναζήτηση μιας σύνολης απελευθέρωσης του ανθρώπου, εφ’ όσον το Σάββατο είναι για τον άνθρωπο και όχι το αντίθετο (και «Σάββατο» είναι δυνατόν να θέλει να πει έδώ παραγωγή, χρήματα, τεχνική η κράτος...): η προσπάθεια-στροφή, ανανεωμένη πάντα, προς την υπεύθυνη πρωτοβουλία και την ελεύθερη μετοχή μέσα στα διάφορα κοινωνικά πλαίσια.
Θα ήταν σημαντικό όπως οι χριστιανικές κινήσεις, εμπνευσμένες από την εκκλησιαστική ζωή, παίρνουν στα σοβαρά, με την αποδοχή όλων των ευθυνών, τα συμπαγή προβλήματα: σκέφτομαι την παιδική βία, την κατάσταση στα νοσοκομεία, τους στρατώνες ή στις φυλακές, στα σχολεία ή τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, στα κέντρα πολιτιστικής επιμόρφωσης, ακόμη τα ναρκωτικά, τις εκτρώσεις... Ήδη στην Ελλάδα, η Χριστιανοσοσιαλιστική Κίνηση εξασφαλίζει μια παρουσία της εκκλησίας στα πανεπιστήμια. Είναι μια στάση που πρέπει να ενισχυθεί, στηριζόμενη πιθανόν σε ένα ανανεωμένο μοναχισμό μέσα στις πόλεις...
Ταυτόχρονα, οι χριστιανοί οφείλουν να δουλέψουν μέσα στα πολιτιστικά υπόβαθρα της κοινωνίας. Υπάρχει μια αυθεντικότητα του πνεύματος η οποία ώφειλε νά αποκαλυφθεί. Εδώ καί δύο αιώνες, τόσοι προφήτες, τόσοι δημιουργοί ζωής δικαιοσύνης και ομορφιάς έχουν θεωρήσει χρέος να αντιταχθούν στην Εκκλησία αντί να ενταχθούν σ’ αυτή.
Αυτή η εξορία της εκκλησίας από τη ζωή πρέπει να σταματήσει. Σε αρκετές ορθόδοξες χώρες, Ρωσσία, Ρουμανία, Ελλάδα, Λίβανο οι καλλιτέχνες ξαναβρίσκουν εκ νέου στήν εκκλησία την κοινωνία [ουσιαστική σχέση, πραγματικό δέσιμο στμ.] με γη και ουρανό. Ο πραγματικός προφητισμός είναι μυστηριακός. Μέσα σ’ όλες τις πράξεις αυτές, οι μετα-ιδεολογικοί χριστιανοί μπορούν να συνεργαστούν με τους μετα-ιδεολογικούς ουμανιστές, παραδείγματος χάρη, για να επανέλθουμε στην πρώτη ερώτηση, με τους ανοιχτούς αντι-ολοκληρωτικούς μαρξιστές...
Εν τούτοις είναι καλό, πιστεύω, οι χριστιανοί του σήμερα, να προσχωρούν με την ιδιότητά τους αυτή στήν πολιτική δράση. Αν όχι, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί γι’ αυτούς ότι «έχουν τα χέρια καθαρά, αλλά είναι χωρίς χέρια». Ο κόσμος μάς παρακολουθεί, πρέπει κατ’ αρχήν να παρουσιάσουμε μία αυθεντική προσέγγιση της πολιτικής, την οποία να θεωρούμε σαν μια υπερδομή του πολιτιστικού, η οποία δεν ανανεώνεται παρά μόνο με το Ευαγγέλιο. Από το άλλο μέρος έχουμε να διεξαγάγουμε «ειδωλοκλαστικούς» αγώνες αλλά και να κάνουμε θετικές προτάσεις. Αυτό που περιμένουν από μάς είναι, πιστεύω, ένας λόγος, ένα παράδειγμα, μια υπηρεσία που προέρχεται από πιο μακριά απ’ ό,τι η πολιτική και η γνώση. Μπροστά σε τόσες έχθρες, μια κουβέντα καλωσορίσματος (αποδοχής) και αμοιβαίας συγγνώμης, όπου καθένας νιώθει να κατανοεί πιο είναι το καλύτερο. Εν όψει της αβέβαιης δίψας (=παραλογισμού) για κατανάλωση, αυτή την «βουλιμία των ανθρώπων που αγωνιούν» ένας λόγος άσκησης, εγκράτειας. (=εκούσιος περιορισμός) για ένα αληθινό μοίρασμα με τον Τρίτο κόσμο. Μπροστά στην απογύμνωση της φύσης από μια τεχνική που έγινε η ίδια σκοπός, ένας λόγος σεβασμού, συμπάθειας, μεταμόρφωσης της πραγματικότητας τής αδελφής μας, «Μητέρας-Γης». Μπροστά στους κινδύνους και τις υποσχέσεις της «τρίτης βιομηχανικής επανάστασης», ένας λόγος για να ξαναθυμήσουμε ποιος είναι ο άνθρωπος, ποιες αξίες τον καθιστούν άνθρωπο, σε ποιο επίπεδο δημιουργικότητας και σκέψης οφείλει να τοποθετηθεί όταν οι μηχανές αφομοιώνουν τη μηχανική και διαρκή δύναμη όχι μόνον των χεριών του αλλά και της διάνοιάς του. Απέναντι στην «κοινωνία του κενού», ένας λόγος με νόημα και με ζωντάνια – χαρά. Μπροστά στους τρόμους του έτους 2.000 το στέρεο άνοιγμα δρόμων ελπίδας και ζωής. Μια παρόμοια εισχώρηση, καθαρά χριστιανική, μέσα στην πολιτική αλλ’ επίσης σ’ αυτό που την υπερβαίνει και σ’ αυτό που προηγείται, μού φαίνεται σήμερα ο πιθανός πρόλογος μιας κοινωνικής και πολιτιστικής αναδημιουργίας…
Η ορθόδοξη θεολογία έχει γνωρίσει, στην σημερινή εποχή, μια μακρά «βαβυλώνια αιχμαλωσία» για να δανειστούμε την έκφραση του Γεωργίου Φλωρόφσκυ. Έχει διαπεραστεί από δυτικές επιδράσεις «επαρχιακές και μέτριες»: για παράδειγμα ούτε από τον Ιωάννη του Σταυρού, ούτε από τον Πασκάλ, ούτε από τον Σύμπεν ούτε ακόμη, μέσα στην πρώτη της δημιουργία, από τη σκέψη ενός Θωμά Ακινάτη η ενός Μποναβεντούρα, αλλά από την υπο-σχολαστική σκέψη των εγχειριδίων. Αυτή η υπο-σχολαστική επίδραση έχει διαρκέσει επί μακρόν, είναι αισθητή σε συγκεκριμένες ελληνικές και ρωσικές δογματικές του 19ου αιώνα και ιδίως του εικοστού αιώνα, αλλά μου φαίνεται ότι δεν ασκείται πλέον σήμερα (αυτό που θα έβρισκε κανείς εδώ και εκεί σήμερα, είναι το γόητρο της γερμανικής θεολογικής σκέψης της εποχής μας, μείγμα πολυμάθειας, απομυθοποιητικού φιλελευθερισμού και μερικές φορές Χαϊντεγγεριαννής φιλοσοφίας..;) Ο εικοστός αιώνας μού φαίνεται κυρίως σημαδεμένος από την επανανακάλυψη της μεγάλης ορθόδοξης παράδοσης, πατερικής, βυζαντινής, φιλοκαλικής, πάντοτε διαφυλαγμένης εξ άλλου μέσα στη λειτουργία – όπου η σκέψη των πατέρων γίνεται δοξολογία – και από τα μεγάλα ασκητικά και μυστικά κείμενα που οι μοναχοί δεν έχουν ποτέ πάψει να μελετούν.
Η νεοπατερική και νεοπαλαμική σύνθεση πραγματοποιείται κατά τα έτη ’30 και ’50 του αιώνα μας (1930-1950) και προ πάντων στην ρωσσική διασπορά, της οποίας το κέντρο βρισκόταν στο Παρίσι. Αρκεί να αναφέρουμε έναν Γεώργιο Φλωρόφσκυ, έναν Βλαδίμηρο Λόσσκυ, έναν Βασίλειο Κριβοσέϊν, μία Μύρα-Λωτ Μπορωντίν... Σε αυτούς χρειάζεται να προσθέσουμε τις ισχυρές επεξεργασίες του πατρός Δημητρίου Στανιλοάε στη Ρουμανία και του πατρός Ιουστίνου Ποποβιτς στη Σερβία. Από τότε, αυτή η σύνθεση έφερε καρπούς στο έργο θεολόγων μιας η δύο νεωτέρων γενεών, πάντα στη Γαλλία, αλλ’ επίσης, και ολοένα περισσότερο, στην Αμερική, στη Σερβία, διακριτικά στη Ρωσσία, τελικά, αλλά με πολλή δύναμη στην Ελλάδα: σκέφτομαι, μεταξύ πολλών άλλων, τον Νίκο Νησιώτη, τον Χρήστο Γιανναρά, τον Παναγιώτη Νελλα, τον πατέρα Βασίλειο Σταυρονικητιανό [Γοντικάκη].
Οι κατευθύνσεις τής έρευνας είναι ποικίλες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην ιστορία της Θεολογίας (και κατ’ εξοχήν τονίζεται η συνέχεια ανάμεσα στην βυζαντινή και τη ρωσσική σκέψη, επί τόσο μακρό διάστημα αγνοημένη) και στη Θεολογία των μυστηρίων. Στη Γαλλία, στην ευχαριστιακή εκκλησιολογία, την προσευχή του Ιησού, την Θεολογία της εικόνας, την αντιμετώπιση της προόδου. Στη Σερβία και τη Ρουμανία, όλα γίνονται στά πλαίσια ενός διαλόγου, υπονοουμένου τις περισσότερες φορές, με τον μαρξισμό. Η σερβική θεολογία χαρακτηρίζεται από τον σλαβοφιλισμό (ο Ντοστογιέφσκυ του «Ηλιθίου») και ένα εξαιρετικό αντικαθολικισμό. Η ρουμανική θεολογία από την επιθυμία της συνένωσης σε έναν αυθεντικό περσοναλισμό της σημασίας της κοινωνικής προσφοράς και μιας ανανεωμένης φιλοκαλικής παράδοσης. Στην Ελλάδα, ξαναβρίσκει κανείς όλες αυτές τις προκαταλήψεις (τον ελληνοκεντρισμό που βέβαια αντικαθιστά τον σλαβοφιλισμό) και μού φαίνεται ότι «σχεδιάζεται» σήμερα μια αξιόλογη «σύνθεση της σύνθεσης»...
Η αδυναμία της νεοπατερικής θεολογίας είναι ότι υποθέτει σαν δεδομένα ένα ολόκληρο σύνολο από προϋποθέσεις, από υπόβαθρα τα οποία εν τούτοις καταρρέουν ολοένα περισσότερο εδώ και είκοσι χρόνια. Η αδιαφορία και ο μηδενισμός, σε συνδυασμό από κοινού με τα φαινόμενα της αστικοποίησης και της εκβιομηχάνισης, στην ουσία καταστρέφουν την παραδοσιακά σχηματισμένη αντίληψη για το Χριστιανικό μήνυμα. Η επιστημονική άποψη και αντιμετώπιση του κόσμου, η τρίτη βιομηχανική επανάσταση, το προβαλλόμενο θέαμα του παγκοσμίου φόβου, η δυνατότητα μιας διαστημικής αυτοκτονίας.
Οι ασιατικές μέθοδοι συγκέντρωσης, όλα αυτά βρίσκουν απάντηση στην νεοπατερική σκέψη: Τι μπορούν να πουν οι θεολόγοι μας σε ένα νέο που παίρνει ναρκωτικά, ή που βρίσκει στην τρυφερότητα και στην παραφροσύνη των σωμάτων ένα καταφύγιο και όχι μια αμαρτία; Τι μπορούν να πουν σ’ έναν άνθρωπο της «τρίτης εκλαΐκευσης»: αυτής του Νίτσε και των επομένων του, που αποδέχεται χωρίς άλλο το παιγνίδι για τη ζωή και τον θάνατο μέσα στην πλήρη αβεβαιότητα του κόσμου; (Η «δεύτερη εκλαΐκευση», αυτή του Μαρξ, είναι ολότελα ξεχασμένη, καθώς το έχει αρκετά καταλάβει ένας Κώστας Αξελός).
Γι’ αυτό και μού φαίνεται επείγον να ακολουθήσουμε ξανά τις έρευνες των ρώσων θρησκευτικών φιλοσόφων (σκέφτομαι έναν Νικόλαο Μπερντιάεφ παραδείγματος χάρη, αλλά υπήρξαν και πολλοί άλλοι) εξ ολοκλήρου πνευματική συνέχεια τοϋ Ντοστογιέφσκυ! Έρευνες λοιπόν, που οι νεοπατερικές βεβαιότητες έχουν καταδικάσει σε μια άδικη λήθη. Αυτοί οι θρησκευτικοί φιλόσοφοι δεν ήταν επιτηδευμένοι πανεπιστημιακοί θεολόγοι, άνθρωποι της Εκκλησίας, αλλά «τυχοδιώκτες» του Πνεύματος, λαϊκοί που προσήλθαν (η επανήλθαν) στην πίστη αφού εξερεύνησαν πρώτα τις αβύσσους του αθεϊσμού και του μηδενισμού. Οι περισσότεροί τους είχαν γνωρίσει την ρωσσική επανάσταση, δηλαδή μια πραγματική αποκάλυψη μέσα στην ιστορία. Έτσι οδηγήθηκαν στην επεξεργασία μιας καινούργιας αντίληψης τού μηνύματος, θεμελιωμένης στο αμείωτο αίνιγμα του ανθρώπου και σε μια προσέγγιση ταυτόχρονα «αποφατική» και «κενωτική» του Θεού. Έθεσαν σε μια χριστιανική προοπτική τα προβλήματα τής «πιστότητας στη γη» και του «νοήματος της σάρκας». Έδειξαν στο πρόσωπο του Θεού την ελευθερία και την χαρά του ανθρώπου, εξερεύνησαν τον υπόγειο άνθρωπο, ανακάλυψαν τον Χριστό μέσα στην πιο βαθειά μας κόλαση, εόρτασαν σ’ ένα πρόσωπο το άνοιγμα της υπερβατικότητας που μάς ελευθερώνει από την οπωσδήποτε απεριόριστη φυλακή του κόσμου... Έχουν τελικά διακηρύξει ότι το αληθινό σημείο κάθε σχηματισμένης αντίληψης σήμερα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, γιατί ο άνθρωπος που όφειλε να πεθάνει με τον Θεό ξεπερνάει πάντοτε τον άνθρωπο και δεν έχει άλλο καθορισμό από το να είναι πέρα από κάθε ορισμό-απόπειρα εξήγησης.
Η ανακάλυψη της θρησκευτικής ρωσικής φιλοσοφίας, και ιδιαιτέρως της σοφιολογίας, δεν έχει, απ’ ό,τι γνωρίζω, αφομοιωθεί παρά από μία σχολή ορθόδοξης θεολογίας, την πολωνική σχολή, που επί μακρό εμψυχώνεται από τον πατέρα Γιέρζυ Κλινγκέρ. Δεν είναι τυχαίο· η χριστιανική σκέψη της Πολωνίας, καθολική επίσης, έχει προσλάβει τον τελευταίο αιώνα ενα χαρακτήρα προφητικό και «Ιωάννειο» συγλίνοντα προς την ορθόδοξη σκέψη.
Η ρωσική θρησκευτική φιλοσοφία έχει ανάγκη, όχι να αποκηρυχθεί σαν αιρετική (οι καταδίκες σε αίρεση αποτελούν τέρψη για μια συγκεκριμένη νεοπατερική θεολογία) αλλά να διορθωθεί, να σταθμισθεί σωστά, να εγγραφεί μέσα στην παράδοση την οποία θα βοηθούσε τότε να ξαναγίνει προφητική και δημιουργική. Αυτή η προσέγγιση μεταξύ θρησκευτικής φιλοσοφίας από την μια μεριά και νεοπατερικής σύνθεσης από την άλλη, έχει υλοποιηθεί σε αξιοσημείωτο βαθμό από τον Παύλο Ευδοκίμωφ, και είναι ακριβώς αυτό το στοιχείο που συνιστά την σπουδαιότητα και επικαιρότητα τού έργου του.
Μια παρόμοια εργασία επιτελείται σήμερα στη Ρωσία, παρά την αυξανόμενη ολοένα καταστολή της σκέψης [πριν την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος] στην νέα χριστιανική «ιντελιγκέντσια». Αρκετοί νέοι διανοούμενοι, μεγαλωμένοι μέσα στο κλίμα του αθεϊσμού και των οποίων οι γονείς είναι οι ίδιοι άθεοι, ανακαλύπτουν την ορθοδοξία από την ανάγνωση του Ντοστογιέφσκυ και των θρησκευτικών φιλοσόφων, έπειτα δε προσχωρούν στην πατερική και φιλοκαλική παράδοση. Η εμπειρία τους από τον μηδενισμό είναι ακόμη περισσότερο ζωηρή από αυτή των μεγάλων διανοητών των αρχών του αιώνα. Μία ανάμεσα στους αξιολογώτερους φορείς τού λόγου τους είναι η Τατιάνα Γκορίτσεβα, εξορισμένη από την σοβιετική επικράτεια εδώ και τρία ή τέσσερα χρόνια και που ζει τώρα στο Παρίσι.
Ήδη, το καινούργιο χριστιανικό μυθιστόρημα (χριστιανικό ανοικτά ή συγκαλυμμένα) φέρει μια τέτοια ανανεωμένη αντίληψη για το πρόσωπο, την αγάπη, την ανάσταση. Σκέφτομαι το «Δόκτωρ Ζιβάγκο» του Πάστερνακ, τα μυθιστορήματα και το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» του Σολζενίτσιν (αφού καλύτερα θα άξιζε να παραμερίσουμε τις πολιτικές δηλώσεις που αυτό προξένησε στην Δύση) τις διηγήσεις ή τα δοκίμια ενός Σινιάβσκι και ενός Μαξίμωφ...
Για να απελευθερώσουμε την νεοπατερική και νεοπαλαμική σύνθεση που διαφορετικά, κινδυνεύει να «στραφεί στο κενό» θαυμάζοντας τον εαυτό της, μακριά από τη ζωή, πρέπει λοιπόν να παρεμβάλουμε στήν παράδοση, τις προφητικές διαισθήσεις μιας διαποτισμένης από την παράδοση θρησκευτικής ρωσσικής φιλοσοφίας και της σύγχρονης ρωσσικής, σερβικής, και ρουμανικής εμπειρίας. Αλλά κάποιες άλλες προϋποθέσεις-συνθήκες μού φαίνονται απαραίτητες:
  1. Έχει σημασία κατ’ αρχήν να ξαναβρούμε τη βιβλική και ευαγγελική έμπνευση των πατέρων. Η σκέψη των πατέρων αποτελεί, προς το καλύτερο, μία τεράστια ερμηνευτική της αποκάλυψης, της παρουσίας καί δράσης του Αναστάντος Χριστού. Πρέπει λοιπόν να γευθούμε άμεσα την σωστική δύναμη της Βίβλου και του Ευαγγελίου, να ενοποιήσουμε το ύφος της ερμηνείας των πατέρων με την αδιαμφισβήτη προσφορά της σύγχρονης εξηγητικής. Από αυτή την οπτική γωνία  μού φαίνεται   υποδειγματική   η  έρευνα  ενός Ιωάννη Ζηζιούλια, με την σύνδεση της Γραφής με την εμπειρία της πρώτης χριστιανικής εκκλησίας.
Η λειτουργία παρατείνει για το σύνολο του λαού τού Θεού την ίδια προσπάθεια ερμηνείας. Θα αρκούσε λοιπόν, από το ένα μέρος, να ελευθερώσουμε την βυζαντινή λειτουργία από συγκεκριμένες τυχαίες εκφράσεις (κείμενες π.χ. λόγω ενός αντισημιτισμού ή ενός «κωνσταντινισμού») και από το άλλο μέρος να ακολουθήσουμε διακριτικά   και  με  σύνεση  ένα  δημιουργικό προτσές [= πορεία] δίνοντας την ικανότητα έκφρασης στον σκοτεινό και τραγικό αιώνα μας, τον απογυμνωμένο βαθύτατα, τον γεμάτο όμως, πέρα από κάθε φαντασία, από μία ανανεωμένη αγιότητα... Η πρώτη χιλιετηρίδα γνώρισε μια ακατάπαυστη λειτουργική δημιουργία, ένα ολόκληρο κύμα που κάλυπτε το άλλο και το έριχνε συχνότατα στη λήθη... Στη δεύτερη χιλιετηρίδα, η λειτουργία έχει περιβληθεί με, ένα τόσο έντονα ίερό περιεχόμενο που της ακινητοποιεί κάθε παραπέρα εξέλιξη εκτός από ορισμένους τρόπους άσκησης ευσεβούς ρητορικής. Η εποχή μας, εν τούτοις, έδειξε ότι μπορούσε να δημιουργήσει (η προσευχή για τους νεκρούς, επεξεργασμένη από τον άγιο Ιώβ τού Πότσαεφ, όπου προσεύχεται κανείς για τους διαπράξαντες αυτοκτονία, για τους αμετανόητους νεκρούς, που χάθηκαν στις μεγάλες σφαγές του αίώνα· η προσευχή που «παρηγορεί το Πνεύμα-παρηγορητή», που κυκλοφορούσε στην Ρωσία τα έτη της δεκαετίας του 1960· ο ρουμανικός ακάθιστος της «φλεγομένης βάτου» που ανακεφαλαιώνει για σήμερα την ησυχαστική οδό· η προσευχή για την εορτή της εργασίας που συντάχθηκε στον Λίβανο από τον μητροπολίτη Γεώργιο Κχώντρ κλπ. Όσον αφορά τον ελληνικό λαό, έχει επιδείξει στην εποχή της τουρκοκρατίας μία μεγάλη ικανότητα μιας παρα-λειτουργικής δημιουργίας, ιδιαιτέρως ατά «μοιρολόγια της Παρθένου»...

+Γεώργιος Παπαθανασίου
Αρχιεπίσκοπος